Στερεοτακτική βιοψία μαστού

 Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκε δυναμικά η στερεοτακτική βιοψία, ως μέθοδος βιοψίας των μη ψηλαφητών μαστογραφικών αλλοιώσεων. Η βιοψία αυτή, περισσότερο γνωστή ως μέθοδος Mammotome®, πραγματοποιείται με ένα σύστημα στερεοταξίας που επιτρέπει τον ακριβή τρισδιάστατο εντοπισμό της βλάβης του μαστού και μια συσκευή λήψης ιστού που λειτουργεί με αναρρόφηση και επιτρέπει την αφαίρεση μεγάλου αριθμού ιστοτεμαχίων από την ύποπτη περιοχή.  Η μέθοδος γίνεται υπό τοπική αναισθησία δια μέσου μικρής τομής στο δέρμα και με ευρεία κόπτουσα βελόνα (8 ή 11 gauge), η οποία  λαμβάνει  τα δείγματα χωρίς να είναι απαραίτητη η συνεχής είσοδος και έξοδος αυτής. Η βιοψία αυτή γίνεται πιο εύκολα με την ασθενή σε πρηνή θέση πάνω σε ειδικό στερεοτακτικό τραπέζι στο οποίο προσαρμόζεται η συσκευή λήψης ιστού.

Η πιο σύγχρονη τεχνική στερεοτακτικής βιοψίας είναι με τη χρήση της τεχνολογίας των ραδιοσυχνοτήτων (Breast Lesion Excision System – BLES®), όπου είναι δυνατή η λήψη πολύ μεγαλύτερου και ακέραιου ιστοτεμαχίου από την υπό εξέταση περιοχή, πράγμα που διευκολύνει την παθολογοανατομική εξέταση και περιορίζει στο ελάχιστο την πιθανότητα υποεκτίμησης της βλάβης. Πιο συγκεκριμένα, μόλις η βλάβη εντοπισθεί στερεοτακτικά στον μαστό, το συρμάτινο καλάθι την περικυκλώνει και με τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων την αποκόπτει και την αφαιρεί εξασφαλίζοντας επίσης καλή αιμόσταση.

Στο πέρας κάθε στερεοτακτικής βιοψίας, τοποθετείται στη δημιουργούμενη κοιλότητα μεταλλικός σημαντήρας (clip). Έτσι, στην περίπτωση που η βλάβη αφαιρεθεί πλήρως και αποδειχθεί κακοήθεια,  είναι δυνατός ο εντοπισμός μαστογραφικά της πάσχουσας περιοχής, η σήμανσή της με συρμάτινο οδηγό και ο περαιτέρω χειρουργικός θεραπευτικός χειρισμός. Η βιοψία διενεργείται υπό τοπική αναισθησία, διαρκεί περίπου 30 λεπτά, δεν απαιτείται συρραφή του τραύματος ενώ μετά το πέρας της η ασθενής επιστρέφει με ασφάλεια στο σπίτι της.

Οι περιορισμοί εφαρμογής της στερεοτακτικής βιοψίας περιλαμβάνουν βλάβες που βρίσκονται πολύ κοντά στην επιφάνεια του δέρματος ή στο θωρακικό τοίχωμα  οπότε και μπορεί να χρειαστεί ανοιχτή χειρουργική βιοψία.

Τα πλεονεκτήματα της ελάχιστα επεμβατικής βιοψίας συνοπτικά είναι:

  • Πολύ μικρή ουλή δέρματος
  • Μικρή διάρκεια
  • Γρήγορη ανάρρωση, η ασθενής επιστρέφει στις καθημερινές δραστηριότητές της εντός 24 ωρών
  • Ακριβής και ασφαλής τοποθέτηση της βελόνας βιοψίας στη βλάβη με αποτέλεσμα τον περιορισμό των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων
  • Πιθανότητα πλήρους αφαίρεσης της ύποπτης βλάβης εάν το μέγεθός της είναι μικρό
  • Αποφυγή χειρουργικής επέμβασης εάν η βιοψία είναι αρνητική
  • Σωστό σχεδιασμός του χειρουργείου και πλήρης ενημέρωση της ασθενούς εάν η βιοψία είναι θετική για κακοήθεια
  • Χαμηλό κόστος

Αν και έως σήμερα το σύστημα BLES βρίσκει εφαρμογή μόνο στη βιοψία των μη ψηλαφητών μαστογραφικών αλλοιώσεων, με βάση τα αποτελέσματα νεότερων μεγάλων μελετών στη διεθνή βιβλιογραφία, μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο για μελλοντική θεραπευτική χρήση της μεθόδου ειδικά σε βλάβες υψηλού κινδύνου ανάπτυξης κακοήθειας όπως η άτυπη επιθηλιακή υπερπλασία.

 

[...]

Καλοήθεις παθήσεις του μαστού

Ινοαδένωμα

Το ινοαδένωμα αποτελεί τον πιο συχνό καλοήθη υπερπλαστικό όγκο του μαστού. Εμφανίζεται στο 10% περίπου των γυναικών, οι οποίες στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι κάτω των 35 ετών. Συνήθως είναι μονήρες, αλλά σε 10-20% των γυναικών εμφανίζονται πολλαπλά ινοαδενώματα, πιθανώς και στους δύο μαστούς.

Η ακριβής αιτία ανάπτυξης του ινοαδενώματος είναι άγνωστη. Παρόλα αυτά, φαίνεται να υπάρχει συσχέτιση με τα οιστρογόνα, γιαυτό και εμφανίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε νεαρές γυναίκες ή και κατά την κύηση.

Το ινοαδένωμα μπορεί είτε να παραμείνει σταθερό σε μέγεθος, είτε να μεγαλώσει (ειδικά κατά τη διάρκεια μιας εγκυμοσύνης ή του θηλασμού), ενώ πολύ συχνά κατά την εμμηνόπαυση υποστρέφει. Η ύπαρξη κάποιου ινοαδενώματος χωρίς άτυπα χαρακτηριστικά δεν αυξάνει την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου.

Συνήθως η παρουσία ενός ινοαδενώματος διαπιστώνεται κατά την αυτοεξέταση ή την κλινική εξέταση ως ευκίνητο, συμπαγές, ανώδυνο ογκίδιο. Όταν το μέγεθός του σε σχέση με το μέγεθος του μαστού είναι μικρό, το ινοαδένωμα δεν ψηλαφάται και ανιχνεύεται με τη βοήθεια υπερηχογραφήματος.

Η διάγνωση του ινοαδενώματος τίθεται με την κλινική εικόνα και τον απεικονιστικό έλεγχο, που συνίσταται σε υπερηχογράφημα ή/και μαστογραφία. Η οριστική διάγνωση μπαίνει με τη βιοψία η οποία μπορεί να είναι είτε κυτταρολογική με αναρρόφηση δια λεπτής βελόνης (FNA), είτε ιστολογική με λήψη ιστοτεμαχιδίων δια κόπτουσας βελόνης (core biopsy).

Τα ινοαδενώματα συνήθως δεν απαιτούν κάποια ιδιαίτερη θεραπεία και αρκεί η παρακολούθησή τους, κλινικά και υπερηχογραφικά, για να διαπιστώνεται ότι δεν μεταβάλλονται σε σχήμα ή μέγεθος.

Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που απαιτείται να αφαιρεθούν χειρουργικά, όπως όταν υπάρχει υπόνοια κακοήθειας στη βιοψία, όταν το μέγεθός τους είναι μεγάλο (άνω των 2-3cm) ή αυξάνεται γρήγορα (>20% σε διάστημα ενός 6μήνου), όταν η παρουσία τους προκαλεί αισθητική παραμόρφωση του μαστού και τέλος, όταν η ίδια η ασθενής το επιθυμεί.

Κύστεις μαστού

Οι κύστεις είναι μια αρκετά συνήθης καλοήθης πάθηση, ιδιαίτερα σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Περίπου το 10% των γυναικών θα παρουσιάσουν μια συμπτωματική κύστη στον ένα ή και στους δύο μαστούς και στις μισές περιπτώσεις θα εμφανιστούν επιπλέον κύστεις στη διάρκεια της ζωής τους. Συνήθως δεν αναπτύσσονται κύστεις μετά την εμμηνόπαυση, εκτός εάν η γυναίκα λαμβάνει σκευάσματα ορμονικής υποκατάστασης.

Οι μεγάλες κύστεις εμφανίζονται συχνότερα ως ευαίσθητες ψηλαφητικά μάζες, κυρίως πριν από την περίοδο, ενώ οι μικρές κύστεις είναι ασυμπτωματικές και αναδεικνύονται τυχαία στον απεικονιστικό έλεγχο και την κλινική εξέταση. Το περιεχόμενο τους είναι συνήθως διαυγές ή φαιό και η αλλαγή στο μέγεθος τους οφείλεται σε διακύμανση των ορμονών.

Η διάγνωση των κύστεων τίθεται συνήθως με το υπερηχογράφημα μαστών, όπου αναδεικνύεται η ύπαρξη υγρού.

Σε μερικές περιπτώσεις, ειδικά εάν πιθανολογείται η ύπαρξη ενδοκυστικού μορφώματος, για την επιβεβαίωση της διάγνωσης μπορεί να χρειαστεί παρακέντηση της κύστης με λεπτή βελόνη (FNA).

Η παρουσία κύστεων μαστού δεν αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ούτε απαιτεί κάποια περαιτέρω θεραπεία ή συχνότερη παρακολούθηση. Οι περισσότερες κύστεις υποστρέφουν μόνες τους με την πάροδο του χρόνου και δεν θα πρέπει να προκαλούν ανησυχία. Σε περίπτωση που μια ή περισσότερες κύστεις προκαλούν έντονα συμπτώματα λόγω μεγέθους, αντιμετωπίζονται με εκκενωτική παρακέντηση κατά την οποία αφαιρείται το περιεχόμενο τους, με ή χωρίς την καθοδήγηση των υπερήχων. Το υγρό συνήθως (ιδιαίτερα εάν είναι αιματηρό) αποστέλλεται για κυτταρολογική εξέταση. Ακολουθεί επανεξέταση με υπερηχογράφημα σε 3 με 6 εβδομάδες και εάν η κύστη υποτροπιάσει, η διαδικασία επαναλαμβάνεται.

Μία κύστη που υποτροπιάζει περισσότερες από 3-4 φορές το χρόνο χρειάζεται χειρουργική εξαίρεση. Άλλες ενδείξεις για χειρουργική αφαίρεση μιας κύστης αποτελούν τα ύποπτα μαστογραφικά ή υπερηχογραφικά ευρήματα (π.χ. ενδοκυστικό μόρφωμα, πολύχωρη κύστη), το αιματηρό περιεχόμενο, η θετική για κακοήθεια κυτταρολογική εξέταση του υγρού και η παρουσία υπολειπόμενης μάζας μετά την εκκένωση της κύστης.

Ινοκυστική Αλλαγή του Μαστού

Η ινοκυστική αλλαγή του μαστού είναι μια καλοήθης πάθηση της οποίας η αιτιολογία δεν είναι σαφής και πιθανόν είναι αποτέλεσμα άτυπης ανταπόκρισης του μαζικού αδένα σε ορμονικές επιδράσεις. Αντιστοιχεί περισσότερο σε μια παραλλαγή του φυσιολογικού μαστού, παρά σε νόσο.

Μία στις τρεις γυναίκες έχει ινοκυστικούς μαστούς, ιδιαίτερα σε ηλικίες από 20 μέχρι 50 έτη. Η παρουσία ινοκυστικής αλλαγής του μαστού δεν έχει ειδικά ευρήματα στην κλινική εξέταση. Στην ψηλάφηση των μαστών μπορεί να έχουμε μαλακές και σκληρές περιοχές και στους δυο μαστούς, ενώ συχνά συνυπάρχει πόνος ή ευαισθησία στον μαστό που μεταβάλλεται κατά την περίοδο, καθώς και έκκριμα από τη θηλή.

Στη μαστογραφία μπορεί να εμφανίζεται υπό μορφή κύστεων, ίνωσης και αποτιτανώσεων, πολλαπλών, συρρέουσων ή διάσπαρτων. Η μαστογραφία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι διαγνωστική και πρέπει να συμπληρώνεται με υπερηχογράφημα των μαστών. Για τον αποκλεισμό κακοήθειας μπορεί να απαιτηθεί η διενέργεια επιπλέον απεικονιστικών εξετάσεων (π.χ. μαγνητική μαστογραφία).

Η ινοκυστική αλλαγή του μαστού δεν απαιτεί κάποια συγκεκριμένη θεραπεία. Επί ύπαρξης συμπτωμάτων, όπως μαστοδυνίας, συνίσταται η λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, η τοποθέτηση θερμών επιθεμάτων και η καλή υποστήριξη των μαστών με σωστό στηθόδεσμο.

Ενδοπορικό θήλωμα

Το ενδοπορικό θήλωμα είναι μια καλοήθης υπερπλαστική πάθηση του μαστού και είναι πιο συχνό σε γυναίκες που διανύουν την 4η δεκαετία της ζωής τους. Τα ενδοπορικά θηλώματα αναπτύσσονται στο εσωτερικό των πόρων και συνήθως εντοπίζονται κοντά στη θηλή, αλλά σπανιότερα και σε άλλα σημεία.

Τις περισσότερες φορές οι ασθενείς προσέρχονται λόγω παρουσίας μιας μικρής ψηλαφητής μάζας ή λόγω εκκρίματος από τη θηλή (που κατά κανόνα είναι αιματηρό). Εκτός από τις τυπικές απεικονιστικές εξετάσεις (μαστογραφία, υπερηχογράφημα), μπορεί να απαιτηθεί η διενέργεια διαδερμικής βιοψίας, ούτως ώστε να αποκλεισθεί η πιθανότητα ύπαρξης κακοήθειας. Αφού τεθεί η διάγνωση του ενδοπορικού θηλώματος, το πλάνο αντιμετώπισης μπορεί να περιλαμβάνει από απλή παρακολούθηση έως χειρουργική επέμβαση.

Το ενδοπορικό θήλωμα κατατάσσεται στις υπερπλαστικές αλλοιώσεις του μαστού και η πιθανότητα ύπαρξης καρκίνου, όταν δεν ανιχνεύονται άτυπα κύτταρα στη βιοψία, είναι σχεδόν μηδενική. Στις περιπτώσεις όπου το θήλωμα περιέχει και άτυπα κύτταρα, καθώς και στις περιπτώσεις πολλαπλών ενδοπορικών θηλωμάτων, η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού αυξάνεται σημαντικά, και συνήθως απαιτείται χειρουργική εξαίρεση. Επίσης, όταν το θήλωμα προκαλεί εκροή υγρού από τη θηλή, απαιτείται εκτομή του πάσχοντος θηλαίου πόρου.

Λίπωμα μαστού

Το λίπωμα του μαστού είναι ένας καλοήθης όγκος που δημιουργείται από υπερβολική ανάπτυξη λιπώδους ιστού. Συνήθως μεγαλώνει με πολύ βραδύ ρυθμό και διαγιγνώσκεται σε γυναίκες ηλικίας 40-60 ετών. Η παρουσία του δεν συνδέεται με αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του μαστού.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, η διάγνωση του λιπώματος θα τεθεί κατά τη διάρκεια διερεύνησης ενός ψηλαφητού ογκιδίου. Τα περισσότερα λιπώματα είναι ανώδυνα, μαλακά στην υφή και ευκίνητα. Στη μαστογραφία και το υπερηχογράφημα συνήθως δεν έχουν ύποπτα χαρακτηριστικά και εμφανίζονται ως καλά περιγεγραμμένες μάζες.

Αφού τεθεί η διάγνωση του λιπώματος, δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω αντιμετώπιση ή συχνότερο έλεγχο. Χειρουργική εξαίρεση απαιτείται στις περιπτώσεις που το μέγεθος του λιπώματος αυξάνει γρήγορα, που προκαλείται ασυμμετρία στους μαστούς ή που τα απεικονιστικά ευρήματα υποδεικνύουν την πιθανότητα ύπαρξης επιπλέον αλλοιώσεων στον μαστό.

Φυλλοειδής Όγκος

Ο φυλλοειδής όγκος είναι ένας σπάνιος τύπος νεοπλασίας του μαστού, που τις περισσότερες φορές είναι καλοήθης. Η πιθανότητα ύπαρξης κακοήθειας, που στην περίπτωση του φυλλοειδούς όγκου έχει χαρακτηριστικά σαρκώματος, είναι ιδιαίτερα μικρή, καθώς τέτοιοι όγκοι αποτελούν μόλις το 0,5% του συνόλου των κακοηθειών του μαστού.

Ο φυλλοειδής όγκος συνήθως γίνεται αντιληπτός σαν ένα ταχέως αυξανόμενο σε μέγεθος ογκίδιο, με ομαλό, πολυλοβωτό περίγραμμα και σκληρή σύσταση. Απαντάται συχνότερα σε γυναίκες που διανύουν την 4η – 5η δεκαετία της ζωής τους και διαγιγνώσκεται μετά από κλινικό έλεγχο, απεικονιστικό έλεγχο και βιοψία μαστού.

Η διάγνωση του φυλλοειδή όγκου δεν είναι πάντα ευχερής, καθώς τα απεικονιστικά χαρακτηριστικά του προσομοιάζουν με αυτά του ινοαδενώματος. Η αρχική ιστολογική του ταυτοποίηση γίνεται κατά προτίμηση με βιοψία δια κόπτουσας βελόνας (core biopsy), καθώς η παρακέντηση με λεπτή βελόνα οδηγεί συχνότερα σε ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις απαιτείται χειρουργική βιοψία.

Η αντιμετώπιση του καλοήθους φυλλοειδή όγκου συνίσταται στη χειρουργική εκτομή του. Σκοπός της επέμβασης είναι η αφαίρεση του όγκου σε υγιή όρια, δηλαδή πλήρης εκτομή του όγκου μαζί με μικρή ποσότητα μαζικού αδένα που τον περιβάλλει. Η ύπαρξη υγιών ορίων εκτομής είναι σημαντική, καθώς μειώνει δραστικά την πιθανότητα επανεμφάνισης του όγκου. Σε σπάνιες περιπτώσεις που το μέγεθος του όγκου είναι ιδιαίτερα μεγάλο, μπορεί να απαιτηθεί μαστεκτομή και επέμβαση αποκατάστασης του μαστού.

Επιπλέον, στις περιπτώσεις που τα όρια εκτομής είναι επισφαλή ή σε κακοήθεις φυλλοειδείς όγκους, οι ασθενείς θα πρέπει να υποβάλλονται σε επικουρική ακτινοθεραπεία του μαστού με στόχο τον περιορισμό του αυξημένου κινδύνου τοπικής υποτροπής.

Πορεκτασία

Η πορεκτασία είναι μια καλοήθης πάθηση του μαστού και αποτελεί το συχνότερο αίτιο εμφάνισης εκκρίματος από τη θηλή σε γυναίκες άνω των 55 ετών. Το κάπνισμα αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για την εμφάνισή της. Μπορεί να εκδηλωθεί και ως εισολκή θηλής, ή ως ψηλαφητό ογκίδιο, επώδυνο ή μη, πίσω από τη θηλή, σε περίπτωση που αυτή φλεγμαίνει ή υπάρχει σχηματισμός ουλής. Μερικές φορές εμφανίζονται υποτροπιάζουσες φλεγμονές, κυρίως περιθηλαία.

Η παρουσία πορεκτασίας συνήθως δεν χρειάζεται αντιμετώπιση, πέραν της ενημέρωσης της ασθενούς για την καλοήθη φύση του προβλήματος της.  Όταν  η έκκριση από τη θηλή είναι ενοχλητική και επίμονη μπορεί να αντιμετωπιστεί χειρουργικά με υποθηλαία εκτομή των πόρων.

Σκληρυντική αδένωση

Η σκληρυντική αδένωση αφορά τη σκλήρυνση των στοιχείων του μαστού, η οποία συνήθως οφείλεται σε αλλαγές στον μαστό που γίνονται με την πάροδο της ηλικίας. Είναι μια καλοήθης πάθηση που εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες 30 έως 45 ετών, και δεν σχετίζεται με εμφάνιση καρκίνου του μαστού.

Η σκληρυντική αδένωση μπορεί να εμφανίζεται ως ψηλαφητή μάζα, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις αναγνωρίζεται στη μαστογραφία με τη μορφή αποτιτανώσεων, που συνήθως είναι διάσπαρτες στον μαστό. Εντούτοις, η διερεύνησή τους με βιοψία είναι κάποιες φορές αναγκαία ώστε να αποκλειστεί η παρουσία κακοήθειας.

Λιπονέκρωση

Η λιπονέκρωση είναι μια καλοήθης πάθηση του μαστού που μπορεί να εμφανιστεί σε γυναίκες όλων των ηλικιών. Αναπτύσσεται συνηθέστερα μετά από βιοψία, χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία ή κάκωση στον μαστό.

Η λιπονέκρωση, τόσο κλινικά όσο και ακτινολογικά, μπορεί να εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά με τον καρκίνο του μαστού. Έτσι, οι ασθενείς μπορεί να ψηλαφούν μια σκληρή μάζα στον μαστό τους ή να εμφανίζουν διαταραχή της αρχιτεκτονικής του μαζικού αδένα στη μαστογραφία. Η διενέργεια βιοψίας είναι επιβεβλημένη προς αποκλεισμό της κακοήθειας.

Η διάγνωση της λιπονέκρωσης δεν συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και συνήθως δεν απαιτείται περαιτέρω θεραπεία. Σε περίπτωση που η λιπονέκρωση οφείλεται σε προηγηθείσα επέμβαση ή ακτινοθεραπεία και συνδέεται με πόνο στον μαστό, τα απλά παυσίπονα αρκούν για την αντιμετώπιση.

Αμάρτωμα

Το αμάρτωμα είναι μια αλλοίωση του μαστού που συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα, αλλά αποτελεί τυχαίο εύρημα σε μαστογραφικό έλεγχο, στον οποίο εμφανίζεται ως συμπαγής μάζα. Απαντάται συχνότερα σε νέες γυναίκες, ενώ φαίνεται πως μεγαλώνει με μεγαλύτερο ρυθμό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της γαλουχίας. Το αμάρτωμα, ουσιαστικά, είναι ένα σύμπλεγμα ινώδους, αδενικού και λιπώδους ιστού και για το λόγο αυτό αναφέρεται και ως ινοαδενολίπωμα ή αδενολίπωμα.

Το αμάρτωμα είναι συνήθως καλόηθες. Επειδή όμως εντός των στοιχείων του μπορεί σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις να συνυπάρχει κάποια μικρή εστία καρκινικών κυττάρων, η χειρουργική του αφαίρεση με σκοπό τον αποκλεισμό της κακοήθειας είναι επιβεβλημένη, ιδιαίτερα όταν τα ακτινολογικά χαρακτηριστικά του είναι ύποπτα.

Γαλακτοκήλη

Η γαλακτοκήλη απαντάται συχνότερα στις νέες γυναίκες μετά τον θηλασμό. Προσομοιάζει με κύστη του μαστού, με τη διαφορά ότι περιέχει γάλα, και οφείλεται σε απόφραξη ενός ή περισσοτέρων γαλακτοφόρων πόρων.

Στο υπερηχογράφημα, οι γαλακτοκήλες δεν έχουν ειδικούς απεικονιστικούς χαρακτήρες, οπότε θα πρέπει να διενεργηθεί βιοψία, συνήθως δια λεπτής βελόνης (FNA). Η παρουσία γάλακτος στο υλικό της αναρρόφησης θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση της γαλακτοκήλης και ταυτόχρονα θα αποκλείσει την ύπαρξη κακοήθειας.

Η παρουσία γαλακτοκήλης δεν αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Τις περισσότερες φορές, υποστρέφει μόνη της όταν παύσει η ορμονική επίδραση της κύησης ή της γαλουχίας στον μαστό.

Μαστίτιδα – Φλεγμονές

Οι φλεγμονές του μαστού στις μέρες μας είναι λιγότερο συχνές. Διακρίνονται στις φλεγμονές που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της γαλουχίας (περίπου 10% των περιπτώσεων) και σε αυτές που εμφανίζονται εκτός της περιόδου της γαλουχίας και εντοπίζονται στο δέρμα ή στο μαζικό παρέγχυμα.

Οι φλεγμονές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της γαλουχίας οφείλονται συνήθως στο μικρόβιο Staphylococcus aureus  ενώ σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να οφείλονται σε μεγαλύτερη ποικιλία μικροβίων (εντερόκοκκοι, στρεπτόκοκκοι, αναερόβιοι μικροοργανισμοί, είδη bacteroides). Σπάνια μπορεί να συμβούν και ειδικές φλεγμονές στον μαστό π.χ. φυματίωση, ακτινομυκητίαση κλπ.

Εμφανίζεται ως μια εξέρυθρη, θερμή και εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή του μαστού. Εκτός θηλασμού αναπτύσσονται είτε περιφερικά είτε κεντρικά σε έδαφος υποθηλαίας πορεκτασίας. Μερικές φορές, παρά τη χορήγηση αντιβιοτικών μπορεί να δημιουργηθεί απόστημα. Κατά την εξέταση τότε παρατηρείται κλυδασμός, σκληρία και μασχαλιαία λεμφαδενίτιδα ενώ συστηματικά ενδέχεται να εμφανιστεί πυρετός και λευκοκυττάρωση.

Η θεραπεία των φλεγμονών του μαστού είναι ανάλογη της κλινικής εικόνας.  Αρχικά  χορηγούνται αντιβιοτικά (πενικιλίνη, κεφαλοσπορίνη ή συνδυασμός αμοξυκιλλίνης και κλαβουλανικού οξέος). Σε περίπτωση που αναπτυχθεί απόστημα, συνήθως η χειρουργική παροχέτευση του είναι απαραίτητη. Για αποφυγή  της επέμβασης σε πρόσφατές φλεγμονές και μικρά αποστήματα προτείνεται η επανειλημμένη παρακέντηση με λεπτή βελόνη (FNA) με ταυτόχρονη συνέχιση της αντιβιοτικής αγωγής.

Σε υποτροπιάζουσες φλεγμονές ή μετά από χειρουργική επέμβαση, είτε  αυτόματα μετά από  παροχέτευση ενός αποστήματος μπορεί να δημιουργηθεί κάποιο συρίγγιο. Αντιμετωπίζεται χειρουργικά είτε με ανοικτή μέθοδο (το τραύμα αφήνεται ανοιχτό ώστε να κλείσει κατά δεύτερο σκοπό) είτε με κλειστή μέθοδο (μετά την εκτομή του σηραγγώδους πόρου γίνεται συρραφή του τραύματος).

Ιδιαίτερη περίπτωση φλεγμονής του μαστού αποτελεί η νόσος του Mondor κατά την οποία εμφανίζεται μία επώδυνη ταινιοειδής σκληρία λόγω φλεγμονής και θρόμβωσης του επιπολής φλεβικού δικτύου του μαστού. Είναι εξαιρετικά σπάνια, δεν έχει γνωστή αιτιολογία και υποχωρεί αυτόματα ή μετά από λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.

Μαστοδυνία

Ο πόνος στον μαστό είναι ένα συχνό σύμπτωμα σε γυναίκες όλων των ηλικιών, που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανησυχίας για μια γυναίκα. Η μαστοδυνία από μόνη της συνήθως δεν είναι ένα σύμπτωμα που παραπέμπει σε καρκίνο του μαστού και το πιθανότερο είναι να οφείλεται σε κάποια άλλη καλοήθη κατάσταση ή σε θωρακικό άλγος άλλης αιτιολογίας.

Η μαστοδυνία μπορεί να είναι «αληθής», όπου ο πόνος πράγματι προέρχεται από τον μαστό, ή αντανακλαστική, δηλαδή ο πόνος να προέρχεται από άλλο σημείο του σώματος (συνήθως το θωρακικό τοίχωμα) και να αντανακλά στον μαστό.

Η αληθής μαστοδυνία μπορεί να είναι κυκλική ή μη-κυκλική. Η κυκλική μαστοδυνία εμφανίζεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα σε σχέση με την έμμηνο ρύση και συνδέεται με τις ορμονικές αλλαγές κατά τη διάρκεια του καταμήνιου κύκλου. Τις περισσότερες φορές, εμφανίζεται περίπου μια εβδομάδα πριν την έναρξη της εμμήνου ρύσεως, με τη μορφή τάσης και ευαισθησίας στους μαστούς και υφίεται αυτόματα με την έναρξη της εμμήνου ρύσεως. Ο τύπος αυτός μαστοδυνίας αφορά σχεδόν αποκλειστικά προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Η μη κυκλική μαστοδυνία αφορά σε άλγος στον μαστό που δεν έχει σχέση με τον καταμήνιο κύκλο και μπορεί να παρατηρηθεί και σε γυναίκες μετεμμηνοπαυσιακής ηλικίας. Η ακριβής αιτιολογία δεν είναι γνωστή, καθώς έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι παράγοντες όπως προηγούμενες επεμβάσεις, τραυματισμοί των μαστών και το άγχος. Στις μισές περίπου περιπτώσεις η μη κυκλική μαστοδυνία υφίεται αυτόματα.

Η αντανακλαστική μαστοδυνία, από την άλλη, είναι ο πόνος που προέρχεται ουσιαστικά από άλλο σημείο του σώματος, αλλά αντανακλά στην περιοχή του μαστού. Συνήθως οφείλεται σε μυοσκελετικές παθήσεις του θωρακικού τοιχώματος, ενώ σπανιότερα αποδίδεται σε παθήσεις από τα όργανα της κοιλιάς (π.χ. χολολιθίαση).

Η διερεύνηση του τύπου της μαστοδυνίας αποτελεί το πρώτο βήμα στη διαγνωστική προσέγγισή της. Η προσεκτική λήψη ιστορικού σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση θα μας δώσουν τις απαραίτητες πληροφορίες για την κατάταξή της σε κάποιον από τους παραπάνω τύπους και την περαιτέρω διερεύνησή της, εάν χρειάζεται. Για τους τύπους αληθούς μαστοδυνίας, αφού αποκλεισθεί οποιαδήποτε πιθανότητα κακοήθειας, ο καθησυχασμός της ασθενούς αποτελεί το σημαντικότερο βήμα.

Η περαιτέρω αντιμετώπιση συνίσταται σε τροποποίηση της δίαιτας (περιορισμός καφέ, αλκοόλ, λιπαρών τροφών), λήψη φυτο–οιστρογόνων (γάλα σόγιας, εκχύλισμα λυγαριάς ή νυχτολούλουδου) και χορήγηση παυσίπονων (παρακεταμόλη, αντιφλεγμονώδη). Σε εμμένουσες περιπτώσεις, έχουν χρησιμοποιηθεί ορμονικές θεραπείες (ταμοξιφαίνη, δαναζόλη). Τέλος, η μαστεκτομή έχει περιγραφεί σε ασθενείς με εμμένουσα μαστοδυνία, που δεν ελεγχόταν με φαρμακευτική αγωγή επί μακρόν. Εντούτοις, δεν υπάρχει σε καμία κατευθυντήρια οδηγία η σύσταση για τέτοιους είδους αντιμετώπιση, και η μαστεκτομή με ή χωρίς αποκατάσταση δεν αποτελεί θεραπευτική επιλογή.

[...]

Χειρουργική Βιοψία

Σε κάθε περίπτωση ύποπτης βλάβης στον μαστό, η τεκμηρίωση της κακοήθειας με βιοψία είναι απαραίτητη πριν την απόφαση για την τελική θεραπευτική αντιμετώπιση.

Για αρκετές δεκαετίες η ανοιχτή χειρουργική βιοψία αποτέλεσε την μέθοδο εκλογής για την διάγνωση του καρκίνου.

[...]

Επιδημιολογία

Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί στον Δυτικό κόσμο τον 1ο σε συχνότητα καρκίνο στις γυναίκες και τη 2η κατά σειρά αιτία θανάτου από καρκίνο. Έχει υπολογισθεί ότι 1 στις 8 γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο του μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής της. Ενδεικτικά, στην Ελλάδα αναφέρονται 4.500 περίπου νέες περιπτώσεις τον χρόνο.

Το σημαντικότερο όμως στοιχείο είναι ότι οι θάνατοι από καρκίνο του μαστού σταδιακά μειώνονται. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της καθιέρωσης του προσυμπτωματικού ελέγχου και της βελτίωσης των διαγνωστικών μεθόδων, με αποτέλεσμα τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού σε πρώιμα στάδια. Παράλληλα, η χρήση των σύγχρονων θεραπευτικών μέσων, παίζει και αυτή τον ρόλο της στην αύξηση της επιβίωσης των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο του μαστού.

[...]

Παράγοντες Κινδύνου

Για την εμφάνιση του καρκίνου του μαστού έχουν ενοχοποιηθεί πολλοί παράγοντες. Η καταγραφή των παραγόντων κινδύνου είναι σημαντική τόσο για τον γιατρό, όσο και για την ασθενή αφού καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη συχνότητα του προσυμπτωματικού ελέγχου αλλά και το είδος των διαγνωστικών εξετάσεων που επιλέγονται.

Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου που έχουν αναγνωρισθεί μέχρι σήμερα είναι οι εξής:
Φύλο και ηλικία: Ο καρκίνος του μαστού είναι μια νόσος που κατ’ εξοχήν προσβάλλει το γυναικείο φύλο. Για κάθε 100 γυναίκες που εμφανίζουν τη νόσο, διαγιγνώσκεται μια περίπτωση καρκίνου του μαστού σε άνδρα. Ο κίνδυνος εμφάνισης αυξάνεται προοδευτικά με την ηλικία, με 8 στις 10 περίπου περιπτώσεις να εμφανίζονται μετά τα 50 έτη.

Ατομικό ιστορικό παθήσεων του μαστού: Μια γυναίκα που έχει νοσήσει με καρκίνο του μαστού έχει αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου στον άλλο μαστό σε ποσοστό 5-10% στα 10 χρόνια. Επίσης, η ύπαρξη ιστορικού κάποιας προκαρκινικής αλλοίωσης (π.χ. λοβιακό καρκίνωμα in situ, άτυπη επιθηλιακή υπερπλασία) ή κάποιας υπερπλαστικής βλάβης του μαστού (π.χ. ενδοπορικό θήλωμα, σύνθετο ινοαδένωμα, σύνθετη σκληρυντική αλλοίωση) μπορεί να σχετίζεται με χαμηλό, μέτριο ή αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.

Οικογενειακό ιστορικό: Το θετικό οικογενειακό ιστορικό αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού. Θετικό ιστορικό εντοπίζεται σε ποσοστό 15-20% των ασθενών με καρκίνο του μαστού. Μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν οι γυναίκες που έχουν στην οικογένειά τους περιπτώσεις:

– καρκίνου μαστού σε πρώτου βαθμού συγγενείς
– καρκίνου μαστού σε άτομα ηλικίας <40 ετών
– καρκίνου και στους δύο μαστούς στο ίδιο άτομο
– καρκίνου μαστού και ωοθηκών
– καρκίνου μαστού σε άνδρα

Ειδικά στην περίπτωση που στην οικογένεια εντοπίζονται μεταλλάξεις σε συγκεκριμένα γονίδια που σχετίζονται με τον καρκίνο του μαστού (π.χ. BRCA1, BRCA2), τεκμηριώνεται η ύπαρξη κληρονομικού καρκίνου και ο κίνδυνος ανάπτυξης της νόσου είναι ιδιαίτερα αυξημένος.

Πυκνότητα των μαστών: Οι πυκνοί μαστοί έχουν περισσότερο αδενικό και συνδετικό ιστό σε σχέση με τους πιο λιπώδεις μαστούς και εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης κακοήθειας. Πρέπει να σημειωθεί ότι και ο απεικονιστικός έλεγχος των πυκνών μαστών είναι δυσχερέστερος. Στις περιπτώσεις αυτές συστήνεται ψηφιακή μαστογραφία η οποία υπερτερεί σαφώς της κλασσικής μαστογραφίας, αλλά και επιπλέον απεικονιστικές εξετάσεις όπως το υπερηχογράφημα και η μαγνητική μαστογραφία.

Ηλικία εμμηναρχής και εμμηνόπαυσης: Οι γυναικείες ορμόνες, οιστρογόνα και προγεστερόνη, συνδέονται με την ανάπτυξη των δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου (όπως η ανάπτυξη του μαστού) και την εγκυμοσύνη, ενώ η «παραγωγή» τους στο γυναικείο σώμα μειώνεται στην εμμηνόπαυση. Η παρατεταμένη έκθεση του μαστού στη δράση των ορμονών αυτών επηρεάζει την εμφάνιση καρκίνου του μαστού, και έτσι οι γυναίκες με πρώιμη εμμηναρχή (κάτω των 12 ετών) ή καθυστερημένη εμμηνόπαυση (άνω των 55 ετών) έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

Τεκνοποίηση–ηλικία κατά την πρώτη εγκυμοσύνη–θηλασμός: Η εγκυμοσύνη έχει προστατευτική επίδραση στην εμφάνιση καρκίνου του μαστού. Έτσι, οι άτεκνες γυναίκες βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο συγκριτικά με γυναίκες που έχουν τεκνοποιήσει. Η προστατευτική επίδραση της εγκυμοσύνης δεν καταγράφεται άμεσα, αλλά 10 χρόνια μετά τον πρώτο τοκετό. Σημαντική παράμετρος είναι και η ηλικία της πρώτης κύησης, καθώς όταν αυτή ολοκληρώνεται κάτω από τα 30 έτη, δρα προστατευτικά για την εμφάνιση της νόσου. Ακόμη, φαίνεται πως και ο θηλασμός δρα προστατευτικά ενάντια στην ανάπτυξη της νόσου.

Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης–Αντισυλληπτικά–Εξωσωματική Γονιμοποίηση: Η λήψη ορμονών μετά την εμμηνόπαυση έχει φανεί ότι σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Η αύξηση του σχετικού κινδύνου φαίνεται να είναι ανάλογη με τη διάρκεια λήψης και τον τύπο των ορμονών υποκατάστασης.

Η χρήση αντισυλληπτικών έχει επίσης συσχετιστεί με μια μικρή αύξηση του σχετικού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Ο κίνδυνος αυτός φαίνεται να εκμηδενίζεται μετά τα 10 έτη διακοπής λήψης των αντισυλληπτικών.

Όσον αφορά την εξωσωματική γονιμοποίηση, αν και δεν έχει διευκρινισθεί με ακρίβεια η επίδρασή της στην εμφάνιση καρκίνου μαστού, είναι σαφές ότι η επαναλαμβανόμενη χρήση ορμονών σε μεγάλες δόσεις θα πρέπει να αποφεύγεται.

Τρόπος Ζωής: Η έλλειψη σωματικής άσκησης, η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ, η κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και η παχυσαρκία, σχετίζονται με αύξηση του σχετικού κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου του μαστού.

Κάπνισμα: Η σχέση μεταξύ καπνίσματος και καρκίνου του μαστού είναι υπό αμφισβήτηση. Πάντως, στις περισσότερες μελέτες αναδεικνύεται μια ελαφρά αύξηση του σχετικού κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, ιδιαίτερα σε χρόνιους και βαρείς καπνιστές και όταν το κάπνισμα ξεκινά σε μικρή ηλικία.

Ακτινοβολία: Οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία στον θώρακα σε νεαρή ηλικία (π.χ. για λέμφωμα Hodgkin) έχουν σημαντικά αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι δόσεις ακτινοβολίας που λαμβάνει μια γυναίκα κατά τη διάρκεια της ετήσιας μαστογραφίας είναι ιδιαίτερα χαμηλές και δεν συνδέονται με κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.

[...]

Βιοψία δια Κόπτουσας Βελόνας

Με την τεχνική αυτή λαμβάνονται ολόκληρα ιστοτεμαχίδια από την ύποπτη περιοχή, κάτι που επιτρέπει την ακριβή ταυτοποίηση του ιστολογικού τύπου της βλάβης καθώς και τον καθορισμό του βαθμού διαφοροποίησης, των ορμονικών υποδοχέων και άλλων παραμέτρων του όγκου.

Η βιοψία πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία μέσω μικρής τομής του δέρματος. Πρόκειται για εύκολη, ανώδυνη εξέταση, που εξασφαλίζει οριστική παθολογοανατομική διάγνωση με σπάνιες επιπλοκές την ήπια εκχύμωση ή και αιμάτωμα στον μαστό.

[...]

Κλινική Εικόνα

Συμπτώματα του Καρκίνου του Μαστού

Κάθε γυναίκα θα πρέπει να είναι ενήμερη για τα συμπτώματα του καρκίνου του μαστού  και να αναζητά τη βοήθεια ειδικού, σε περίπτωση που παρατηρήσει κάποιο από αυτά. Σημαντικό ρόλο στην αναγνώριση των συμπτωμάτων παίζει η αυτοεξέταση του μαστού, καθώς με αυτή, η γυναίκα θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει κάποια ύποπτη αλλαγή στο στήθος της. Βέβαια, οι περισσότερες γυναίκες μπορεί στη διάρκεια της ζωής τους να παρατηρήσουν κάποιο ή κάποια από τα συμπτώματα που αναφέρονται παρακάτω, όμως αυτό δε σημαίνει αυτομάτως ότι πάσχουν και από τη νόσο. Η επαγρύπνηση θα πρέπει να υπάρχει έτσι ώστε να τις οδηγεί στον γιατρό και τελικά σε ασφαλή διάγνωση, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.

Αλλαγή στην υφή του μαστού ή της θηλής

Ευαισθησία στη θηλή ή παρουσία ογκιδίου ή πάχυνση του δέρματος στην περιοχή του μαστού ή της μασχάλης.

Αλλαγή στην υφή του δέρματος ή μεγέθυνση των πόρων του δέρματος του μαστού (όψη φλοιού πορτοκαλιού).

Παρουσία ογκιδίου στον μαστό. Προσοχή, κάθε ογκίδιο θα πρέπει να αξιολογείται από ειδικό ιατρό (προφανώς δεν αντιστοιχούν όλα τα ογκίδια σε κακοήθεια).

Αλλαγή στην εμφάνιση του μαστού ή της θηλής

Κάθε απρόβλεπτη αλλαγή στο σχήμα ή το μέγεθος του μαστού.

Αναδίπλωση του δέρματος (ζάρωμα) του μαστού οπουδήποτε στην επιφάνειά του.

Μη αναμενόμενο οίδημα του μαστού (ιδιαίτερα από τη μια πλευρά μόνο).

Πρόσφατη ασυμμετρία του μεγέθους των μαστών.

Εισολκή θηλής.

Ερυθρότητα, οίδημα ή σκληρότητα του δέρματος του μαστού, της θηλής ή της θηλαίας άλω.

Παρουσία εκκρίματος από τη θηλή, ιδιαίτερα αν αυτό είναι διαυγές ή αιματηρό.

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το έκκριμα με χροιά γάλακτος σε γυναίκα που δεν θηλάζει θα πρέπει να ελεγχθεί από τον γιατρό της αν και τυπικά δεν σχετίζεται με τον καρκίνο του μαστού.

Αν έχω συμπτώματα, έχω καρκίνο του μαστού;

Συνήθως, τα συμπτώματα που προαναφέρονται δεν οφείλονται σε κακοήθεια στον μαστό, αλλά κάθε νέο εύρημα στον μαστό θα πρέπει να διερευνάται.

Αν δεν έχω κανένα σύμπτωμα, θα πρέπει να υποθέσω ότι δεν έχω καρκίνο του μαστού;

Αν και δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείτε, οι τακτικοί έλεγχοι είναι πάντα σημαντικοί. Ο γιατρός σας πρέπει να ελέγχει τους μαστούς σας, καθώς μπορεί να διαγνώσει κάποια παθολογία πριν ακόμα αυτή γίνει αντιληπτή με κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα. Επίσης, ο γιατρός σας θα αξιολογήσει και τις απεικονιστικές σας εξετάσεις, όπως π.χ. τις μαστογραφίες σας.

 

[...]

Βιοψία δια Λεπτής Βελόνας

Πρόκειται για μια γρήγορη, εύκολη, χαμηλού κόστους και με ελάχιστες επιπλοκές εξέταση.

Χρησιμοποιείται κυρίως στη διερεύνηση μικρών συμπαγών βλαβών, στην παροχέτευση κυστικών σχηματισμών, σε περίπτωση που το μέγεθός τους είναι μεγάλο, καθώς και στην προεγχειρητική αξιολόγηση των μασχαλιαίων λεμφαδένων.

Τα κυριότερα μειονεκτήματά της είναι ότι δεν μπορεί να διακρίνει τον in situ από τον διηθητικό καρκίνο, ούτε να παρέχει επιπλέον χαρακτηριστικά του καρκίνου, όπως ο βαθμός διαφοροποίησης (grade), η έκφραση ορμονικών υποδοχέων κ.α.

[...]

Ιστολογικοί Τύποι

Κάθε ιστολογικός τύπος κακοήθειας του μαστού έχει συγκεκριμένες βιολογικές ιδιότητες. Η κατάταξη του καρκίνου με βάση την ιστολογική του εικόνα, θα μας δώσει επιπλέον στοιχεία όσον αφορά την πρόγνωση αλλά και τη θεραπευτική του αντιμετώπιση.

Πορογενές in situ καρκίνωμα του μαστού (DCIS)

Tο DCIS είναι μια πρώιμη μορφή καρκίνου, όπου τα καρκινικά κύτταρα έχουν αναπτυχθεί αποκλειστικά εντός των πόρων. Δεν έχουν ακόμα επεκταθεί έξω από τους πόρους στον παρακείμενο μαζικό αδένα ή σε άλλα σημεία του σώματος. Λόγω του περιορισμού των καρκινικών κυττάρων εντός των πόρων, το DCIS έχει ιδιαίτερα καλή πρόγνωση. Μπορεί επίσης να περιγράφεται ως προ-διηθητικό καρκίνωμα των πόρων, ενδοπορικός καρκίνος ή μη διηθητικός καρκίνος.

Συνήθως το DCIS διαγιγνώσκεται ως μια μη ψηλαφητή μαστογραφική αλλοίωση και δεν προκαλεί συμπτώματα. Σπανιότερα, μπορεί να διαγνωσθεί κατά τη διερεύνηση ψηλαφητής μάζας ή εκκρίματος από τη θηλή. Ακόμη πιο σπάνια, γυναίκες που διαγιγνώσκονται με DCIS εμφανίζουν και ένα είδος εξανθήματος γύρω από τη θηλή, το οποίο ονομάζεται νόσος Paget της θηλής και αποτελεί μια πιο ιδιαίτερη νόσο. Σε περίπτωση που διαγνωσθεί DCIS σε βιοψία ψηλαφητής μάζας, είναι πολύ πιθανό να συνυπάρχει και διηθητικός καρκίνος.

Εάν δεν αντιμετωπισθεί, το DCIS μπορεί να εξελιχθεί σε ποσοστό 40-60% σε διηθητικό καρκίνο του μαστού. Ανάλογα με τον ιστολογικό βαθμό κακοήθειας (grade), η πιθανότητα συνύπαρξης διηθητικού καρκίνου αυξάνει.

Όλα τα DCIS αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει διηθητικά, συνεπώς η αντιμετώπισή τους περιλαμβάνει επέμβαση στον μαστό (ογκεκτομή ή μαστεκτομή), ενώ σε επιλεγμένες περιπτώσεις που η πιθανότητα συνύπαρξης διηθητικού καρκίνου είναι αυξημένη, θα πραγματοποιηθεί και επέμβαση σταδιοποίησης της μασχάλης (βιοψία λεμφαδένα φρουρού). Μετά την επέμβαση και αν ο όγκος εμφανίζει χαρακτηριστικά που συνοδεύονται από υψηλά ποσοστά υποτροπής μπορεί να χορηγηθεί ακτινοθεραπεία ή και ορμονοθεραπεία.

Διηθητικό πορογενές καρκίνωμα του μαστού

Το διηθητικό πορογενές καρκίνωμα είναι ο πιο συνήθης τύπος καρκίνου του μαστού, καθώς περίπου 75% των περιπτώσεων ανήκουν στην κατηγορία αυτή. Ονομάζεται «διηθητικό» διότι τα καρκινικά κύτταρα έχουν διασπάσει τη βασική μεμβράνη στην τελική πορολοβιακή μονάδα. Στο διηθητικό καρκίνωμα του μαστού, μεγαλύτερη προγνωστική αξία έχει ο βαθμός ιστολογικής διαφοροποίησης (grade), ενώ οι επιμέρους ιστολογικοί τύποι του καρκίνου του μαστού εμφανίζουν διαφορετική βιολογική συμπεριφορά και διαφορετική πρόγνωση.

Διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα του μαστού

Στο διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα τα καρκινικά κύτταρα που προέρχονται από τα λοβία του μαστού εξαπλώνονται στον μαζικό αδένα και τον διηθούν. Ο τύπος αυτός διηθητικού καρκίνου απαντάται σε περίπου 10-15% των περιπτώσεων, και δεν θα πρέπει να συγχέεται με το in situ λοβιακό καρκίνωμα του μαστού (LCIS), το οποίο πλέον κατατάσσεται στούς παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου μαστού.

Το διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα είναι πιο συχνό σε γυναίκες μέσης ηλικίας και μπορεί να συνδέεται με πολυεστιακότητα (όταν υπάρχουν 2 ή περισσότερες εστίες στο ίδιο τεταρτημόριο του μαστού) ή πολυκεντρικότητα (όταν οι επιπλέον εστίες εντοπίζονται σε διαφορετικό τεταρτημόριο) που πρέπει να συνυπολογιστούν στην απόφαση για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί και τους δυο μαστούς.

Η ύπαρξη του διηθητικού λοβιακού καρκινώματος δεν συνδέεται με συγκεκριμένη συμπτωματολογία από τον μαστό και αυτό δυσκολεύει τη διάγνωσή του. Συνήθως, η διάγνωση προκύπτει μετά από διερεύνηση μαστογραφικής ή υπερηχογραφικής αλλοίωσης, αλλά πολλές φορές θα απαιτηθεί να γίνει απεικόνιση των μαστών και με μαγνητική μαστογραφία.

Ειδικοί τύπου διηθητικών καρκινωμάτων του μαστού

Σωληνώδες Καρκίνωμα

Τα σωληνώδη καρκινώματα ήταν σχετικά πιο σπάνια στην προ-μαστογραφίας εποχή, και υπολογίζονταν σε 2% ή και λιγότερο των διηθητικών καρκίνων του μαστού. Εντούτοις σήμερα, σε πληθυσμούς που ελέγχονται με μαστογραφία, η επίπτωση φαίνεται να είναι υψηλότερη, καλύπτοντας έως και 10% των διηθητικών καρκίνων.

Το σωληνώδες καρκίνωμα χαρακτηρίζεται από την παρουσία καρκινικών κυττάρων που σχηματίζουν σωληνώδεις ή αδενικές δομές. Οι βλάβες αυτές έχουν άριστη πρόγνωση σε σύγκριση με τα διηθητικά καρκινώματα των πόρων. Η φυσική πορεία του όγκου είναι καλή και οι μεταστάσεις σπάνιες.

Βλεννώδες Καρκίνωμα

Τα βλεννώδη καρκινώματα είναι υπεύθυνα για το 1-2% των διηθητικών καρκίνων του μαστού και φαίνεται να είναι πιο συχνά στις ηλικιωμένες ασθενείς. Παρόμοια με τα σωληνώδη καρκινώματα, οι βλάβες αυτές επίσης αποτελούν ένα είδος διηθητικού καρκίνου του μαστού με καλή πρόγνωση.

Μυελοειδές Καρκίνωμα

Τα μυελοειδή καρκινώματα είναι υπεύθυνα για το 1-10% των διηθητικών καρκίνων του μαστού και είναι πιο συχνά σε νέους ασθενείς σε σχέση με άλλους τύπους καρκίνου του μαστού. Είναι επίσης πιο συχνά σε νέες γυναίκες που κληρονομούν μεταλλάξεις του BRCA 1 γονιδίου και σε γενικές γραμμές έχουν καλή πρόγνωση.

 

 

[...]

Επεμβάσεις Θηλής

Εκτομή Θηλαίων Πόρων

Οι θηλαίοι πόροι είναι οι «αγωγοί» με τους οποίους, κατά τον θηλασμό, μεταφέρεται το μητρικό γάλα από τον μαστό στη θηλή. Εκτομή ενός ή περισσοτέρων θηλαίων πόρων απαιτείται σε επίμονη, έντονη και μη υφέσιμη παρουσία εκκρίματος από τη θηλή, ή όταν υπάρχει πρόσμιξη αίματος στο έκκριμα της θηλής, αφού φυσικά αποκλεισθεί κάποια άλλη παθολογική αιτία.

Η επέμβαση εκτομής θηλαίων πόρων γίνεται με γενική αναισθησία, μέσω μιας μικρής τομής στην περιφέρεια της θηλαίας άλω ή στη βάση της θηλής και αφού αναγνωριστεί ο ένας ή περισσότεροι του ενός παθολογικοί πόροι γίνεται αφαίρεσή τους. Ο ιστός που αφαιρείται αποστέλλεται για παθολογοανατομική εξέταση, ώστε να διευκρινιστεί η αιτία της ύπαρξης του εκκρίματος από τη θηλή και να αποκλειστεί το ενδεχόμενο κακοήθειας. Η αιτία πάντως εμφάνισης εκκρίματος από τη θηλή είναι συνήθως καλοήθης και αφορά κάποιο ενδοπορικό θήλωμα, πορεκτασία ή ινοκυστικές αλλαγές του μαστού.

Παρόλο που η επέμβαση εκτομής θηλαίων πόρων είναι μικρής βαρύτητας, η σημασία της είναι μεγάλη, καθώς ακόμη αποτελεί τη μοναδική διεθνώς αποδεκτή και τεκμηριωμένη παρέμβαση τόσο για τη διάγνωση όσο και τη θεραπεία του εκκρίματος της θηλής. Άλλες τεχνικές, όπως η ενδοσκόπηση θηλαίων πόρων, ή το «Παπ τεστ μαστού» (Nipple aspiration Fluid – NAF) βρίσκονται ακόμα υπό αξιολόγηση.

Μετά από επέμβαση εκτομής θηλαίων πόρων, μπορεί να εμφανίζεται μια υπαισθησία στην περιοχή της θηλής, η οποία συχνότερα είναι μικρή και παροδική.

[...]

Σταδιοποίηση

Στάδια του Καρκίνου του Μαστού

Η σταδιοποίηση μιας ασθενούς με καρκίνο του μαστού είναι η ταξινόμηση της νόσου ανάλογα με το μέγεθος του πρωτοπαθούς όγκου (Τ), την προσβολή των σύστοιχων μασχαλιαίων λεμφαδένων (Ν) και την παρουσία ή όχι μεταστάσεων (Μ).

Αυτό το σύστημα σταδιοποίησης (ΤΝΜ της American Joint Committee on Cancer, AJCC) μας επιτρέπει να κάνουμε μια στατιστική πρόγνωση της πορείας της ασθενούς, αλλά και μας βοηθά σε συνδυασμό με άλλους προγνωστικούς και προβλεπτικούς βιολογικούς παράγοντες στην επιλογή της πλέον κατάλληλης θεραπείας για τη συγκεκριμένη ασθενή.

Αναλυτικά τα στάδια του Καρκίνου του Μαστού:

Σταδιοποίηση όγκου-Tumor (T)

ΤΧ           Αδυναμία εκτίμησης του πρωτοπαθούς όγκου
Τ0           Απουσία ενδείξεων πρωτοπαθούς όγκου
Τis          Καρκίνος in situ

Ενδοπορικός

Λοβιακός

Νόσος Paget της θηλής

Τ1    Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου ≤ 2 cm

  • Τ1mic     Μικροδιήθηση μεγίστης διαμέτρου ≤ 0.1 cm
  • Τ1a           Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου ≤ 0.5 cm
  • Τ1b          Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου >0.5 και ≤ 1.0 cm
  • Τ1c           Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου >1.0 και ≤ 2.0 cm
Τ2           Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου >2.0 και ≤ 5.0 cm
Τ3           Πρωτοπαθής όγκος μεγίστης διαμέτρου >5.0 cm
Τ4  Πρωτοπαθής όγκος με επέκταση στο θωρακικό τοίχωμα ή και στο δέρμα

  • Τ4a    Επέκταση στο θωρακικό τοίχωμα (δεν συμπεριλαμβάνει τον             μείζονα θωρακικό μυ)
  • Τ4b   Οίδημα (φλοιός πορτοκαλιού), εξέλκωση, διήθηση, δορυφόρα οζίδια στο δέρμα του μαστού
  • Τ4c    Συνύπαρξη T4a και Τ4b
  • Τ4d   Φλεγμονώδης καρκίνος

 

Σταδιοποίηση επιχώριων λεμφαδένων-Nodes (N) (Παθολογοανατομική ταξινόμηση)

Απαιτεί την εξαίρεση των λεμφαδένων τουλάχιστον του επιπέδου Ι.

Διαμορφώνεται ως εξής:

pΝΧ       Αδυναμία εκτίμησης των επιχωρίων λεμφαδένων (π.χ. μη επαρκής εκτομή ή παλαιότερη αφαίρεση)
pΝ0        Απουσία μετάστασης στους επιχώριους λεμφαδένες
pΝ1        Μετάσταση σε 1-3 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες ή/και σε μη κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες

  • pN1mi Μικρομετάσταση (<0.2 εκ.)
  • pN1a   Μετάσταση σε 1-3 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες
  • pN1b   Μετάσταση σε μη κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες
  • pN1c   Μετάσταση σε 1-3 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες ή/και σε μη   κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες
pΝ2        Μετάσταση σε 4-9 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες ή σε κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες χωρίς κλινική εικόνα μετάστασης στους μασχαλιαίους λεμφαδένες

  • pN2a     Μετάσταση σε 4-9 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες (σε έναν εκ των οποίων >0.2 εκ)
  • pN2b     Μετάσταση σε κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες χωρίς κλινική εικόνα μετάστασης στους μασχαλιαίους λεμφαδένες
pΝ3        Μετάσταση σε >10 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες, ή σε ομόπλευρους υπερκλείδιους λεμφαδένες ή σε ομόπλευρους υποκλείδιους λεμφαδένες, ή σε κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες και συγχρόνως κλινική εικόνα μετάστασης σε 1 τουλάχιστον από τους μασχαλιαίους λεμφαδένες

  • pN3a     Μετάσταση σε >10 ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες ή σε υποκλείδιους λεμφαδένες
  • pN3b     Μετάσταση σε κλινικά διηθημένους έσω μαστικούς λεμφαδένες και συγχρόνως κλινική εικόνα μετάστασης σε 1 τουλάχιστον από τους μασχαλιαίους λεμφαδένες
  • pN3c      Μετάσταση σε ομόπλευρους υπερκλείδιους λεμφαδένες

 

Σταδιοποίηση απομακρυσμένων μεταστάσεων (Μ)

Ανάλογα με την ανάδειξη ή όχι απομακρυσμένων μεταστάσεων το σύστημα ΤΝΜ περιέχει τρείς υποκατηγορίες:

MX       Αδυναμία εκτίμησης ύπαρξης μεταστάσεων
M0        Απουσία μεταστάσεων
M1        Ύπαρξη μεταστάσεων

Με βάση τις παραπάνω επιμέρους παραμέτρους η τελική σταδιοποίηση περιλαμβάνει τα παρακάτω στάδια:

ΣΤΑΔΙΟ T N M
0 Tis N0 M0
I T1 N0 M0
IIA T0-T1 N1 M0
IIB T2

T3

N1

N0

M0

M0

IIIA T0-T2

T3

N2

N1 –N2

M0

M0

IIIB T4 N0-N2 M0
IIIC Κάθε T N3 M0
IV Κάθε T Κάθε N M1

 

[...]

Προεγχειρητική Διάγνωση

Οποιαδήποτε αλλοίωση του μαστού κρίνεται κλινικά ή ακτινολογικά ύποπτη πρέπει να ταυτοποιείται ιστολογικά. Σήμερα, για τη διερεύνηση των ύποπτων ευρημάτων χρησιμοποιούνται τεχνικές διαδερμικής βιοψίας, οι οποίες εκτελούνται συνήθως υπό υπερηχογραφική ή μαστογραφική καθοδήγηση.

Η προεγχειρητική διάγνωση των αλλοιώσεων του μαστού είναι υψίστης σημασίας, καθώς από τη μια μεριά αποφεύγεται η άσκοπη χειρουργική επέμβαση στις περιπτώσεις που η βιοψία αποδεικνύει μία καλοήθη αλλοίωση, και από την άλλη, σε περίπτωση κακοήθειας, μπορεί να γίνει σωστός σχεδιασμός της χειρουργικής παρέμβασης.

Αυτό συνεπάγεται τη σωστή ενημέρωση της ασθενούς για την έκταση της επέμβασης, την αναγκαιότητα αφαίρεσης μασχαλιαίων λεμφαδένων, την επίπτωση του χειρουργείου στην εμφάνιση του μαστού και τη δυνατότητα ογκοπλαστικής επέμβασης ή αποκατάστασης του μαστού σε περίπτωση μαστεκτομής.

 

[...]

Επεμβάσεις Μαστού

Η αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού έχει δύο κύριους πυλώνες, με τον πρώτο να αφορά την τοπική θεραπεία της νόσου και τον δεύτερο τη σταδιοποίηση της νόσου. Το σημαντικότερο κομμάτι της τοπικής θεραπείας είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου, με ή χωρίς μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία.

Επεμβάσεις Διατήρησης του μαστού – Ευρεία ογκεκτομή

Παραδοσιακά, η χειρουργική θεραπεία του καρκίνου του μαστού περιελάμβανε την αφαίρεση όλου του μαστού (μαστεκτομή). Εντούτοις, μεγάλες μελέτες απέδειξαν με σαφήνεια ότι η ευρεία ογκεκτομή, δηλαδή η εκτομή της πάσχουσας περιοχής, σε υγιή όρια, έχει το ίδιο ογκολογικό αποτέλεσμα με την αφαίρεση όλου του μαστού, όταν βέβαια συνδυάζεται με μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία.

Η ευρεία ογκεκτομή λοιπόν είναι η επέμβαση κατά την οποία ο χειρουργός αφαιρεί το τμήμα του μαστού που περιλαμβάνει την κακοήθεια μαζί με τμήμα φυσιολογικού ιστού στην περιφέρειά του. Η επέμβαση εκτελείται υπό γενική αναισθησία, όπως οι περισσότερες επεμβάσεις του μαστού, και συνοδεύεται συνήθως με έλεγχο των λεμφαδένων της μασχάλης (τεχνική του «λεμφαδένα φρουρού»). Το τμήμα του μαστού που αφαιρείται, αποστέλλεται για παθολογοανατομική εξέταση και εάν τα όρια πέριξ του όγκου δεν περιέχουν καρκινικά κύτταρα, δεν απαιτείται περαιτέρω παρέμβαση στο μαστό.

Κάθε επέμβαση διατήρησης του μαστού (ευρεία ογκεκτομή), συνοδεύεται απαραίτητα από μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία με στόχο την καταστροφή καρκινικών κυττάρων που ίσως παραμένουν και την αποφυγή επανεμφάνισης της νόσου. Σε περίπτωση που για κάποιο λόγο δεν μπορεί να υποβληθεί η ασθενής σε ακτινοθεραπεία, μπορεί να επιλεγεί άλλος τύπος χειρουργικής θεραπείας (π.χ. μαστεκτομή).

Η ευρεία εκτομή ενός όγκου κατά κανόνα δεν αλλάζει την εμφάνιση του μαστού. Σε μερικές περιπτώσεις όμως, όταν το μέγεθος του μαστού που αφαιρείται υπερβαίνει το 15-20% του συνολικού μεγέθους του μαστού, μπορεί να επηρεαστεί το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα. Στην περίπτωση αυτή τη λύση δίνει η Ογκοπλαστική Χειρουργική που περιλαμβάνει μια σειρά από εξειδικευμένες χειρουργικές τεχνικές, με σκοπό να επιτευχθεί ένα αποδεκτό αισθητικό αποτέλεσμα, χωρίς να αλλάζει η ογκολογική ασφάλεια της επέμβασης.

Απλή Μαστεκτομή

Στη σύγχρονη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού γίνεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσπάθεια να διατηρείται ο μαστός. Υπολογίζεται ότι στο 60-80% των περιπτώσεων μπορεί να αποφευχθεί η μαστεκτομή. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατή μια επέμβαση διατήρησης του μαστού και προτείνεται η μαστεκτομή. Τέτοιες περιπτώσεις είναι:

  • Η ύπαρξη μεγάλου όγκου σε αναλογία με τον υπόλοιπο μαστό, όπου μια επέμβαση διατήρησης του μαστού θα προκαλούσε έντονη δυσμορφία και θα είχε μη αποδεκτό αισθητικό αποτέλεσμα
  • Η ύπαρξη πολυεστιακής ή πολυκεντρικής νόσου δηλαδή παρουσία εστιών με κακοήθεια σε διαφορετικές περιοχές του μαστού
  • Η παρουσία εκτεταμένου ενδοπορικού καρκινώματος (DCIS)
  • Η αδυναμία διενέργειας μετεγχειρητικής ακτινοθεραπείας λόγω ατομικού ιστορικού προηγηθείσας ακτινοθεραπείας ή λόγω κάποιας συνυπάρχουσας πάθησης που την αποκλείει (π.χ. αυτοάνοσα νοσήματα)

Η μαστεκτομή γίνεται με γενική αναισθησία και συνοδεύεται και αυτή με επέμβαση στη μασχάλη (είτε τεχνική «λεμφαδένα φρουρού», είτε λεμφαδενικό καθαρισμό μασχάλης). Κατά τη διάρκεια της μαστεκτομής γίνεται εκτομή όλου του μαστού μαζί με τμήμα δέρματος που περικλείει τη θηλή, χωρίς να αφαιρούνται μύες του θωρακικού τοιχώματος.

Σε περίπτωση που είναι εφικτή η ταυτόχρονη αποκατάσταση του μαστού, εφαρμόζονται νεότερες τεχνικές όπως η μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος ή η μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος και της θηλής σε συνδυασμό με τοποθέτηση κάποιου ενθέματος σιλικόνης, ή τη μεταφορά αυτόλογου μυοδερματικού κρημνού στην πάσχουσα περιοχή.

Βέβαια, η αποκατάσταση του μαστού μπορεί να γίνει είτε στο ίδιο χειρουργείο (άμεση αποκατάσταση), είτε σε επόμενη επέμβαση, αφού έχει ολοκληρωθεί οποιαδήποτε περαιτέρω τοπική ή συστηματική θεραπεία (ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία).

Μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος – Skin Sparing Mastectomy (SSM)

Η μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος αποτελεί μια παραλλαγή της απλής μαστεκτομής, κατά την οποία αφαιρείται ολόκληρος ο μαστός, με διατήρηση όμως του μεγαλύτερου μέρους του δέρματος αυτού, έτσι ώστε να δημιουργούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για άμεση αποκατάσταση του μαστού. Συνήθως εκτελείται με μια τομή γύρω από τη θηλαία άλω και μέσω της τομής αυτής διενεργείται τόσο η επέμβαση στον μαστό όσο και τυχόν επέμβαση στη μασχάλη.

Αφού ολοκληρωθεί η μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος, ακολουθεί η αποκατάσταση του μαστού είτε με τοποθέτηση ενός ενθέματος (προσωρινού διατατήρα ιστών ή μόνιμο ένθεμα σιλικόνης), είτε με μεταφορά αυτόλογου μυοδερματικού κρημνού. Σε κάθε περίπτωση γίνεται εξατομίκευση της θεραπευτικής παρέμβασης ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά και τις επιθυμίες και τις ανάγκες της ασθενούς, ώστε να επιτευχθεί το καλύτερο αισθητικό και λειτουργικό αποτέλεσμα.

Μετά την ολοκλήρωση οποιασδήποτε τοπικής ή συστηματικής θεραπείας που μπορεί να χρειαστεί, ακολουθεί ανακατασκευή της θηλής και της θηλαίας άλω ώστε το τελικό αποτέλεσμα να προσεγγίζει το φυσικό στήθος.

Μαστεκτομή με διατήρηση της θηλής – Nipple and Skin Sparing Mastectomy (NSM)

Η διατήρηση της θηλής στις επεμβάσεις του μαστού αποτελεί σημαντικό παράγοντα τόσο για το αισθητικό αποτέλεσμα, όσο και για την ψυχολογία της ασθενούς. Στη μαστεκτομή με διατήρηση της θηλής, διατηρείται τόσο το δέρμα του μαστού όσο και η θηλή με την θηλαία άλω. Η τομή γίνεται συνήθως είτε περιθηλαία, είτε στην υπομαστική πτυχή και ακολουθεί άμεση αποκατάσταση, συνήθως με τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης.

Ο τύπος αυτός μαστεκτομής χρησιμοποιείται κατά κανόνα στις περιπτώσεις προφυλακτικής μαστεκτομής (π.χ. σε μετάλλαξη των γονιδίων BRCA 1/2), αλλά και σε περιπτώσεις κακοήθειας που δεν εντοπίζεται κοντά στη θηλή. Η απόφαση όμως για διατήρηση της θηλής γίνεται και διεγχειρητικά, διότι πρέπει να τεκμηριωθεί με ταχεία βιοψία η απουσία καρκινικών κυττάρων ακριβώς πίσω από τη θηλή, ώστε αυτή να διατηρηθεί χωρίς να επηρεαστεί η ογκολογική ασφάλεια της επέμβασης.

Μεγάλες μελέτες των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει με ισχυρά στοιχεία ότι η ογκολογική ασφάλεια της τεχνικής αυτής παραμένει ίδια σε σχέση με την απλή μαστεκτομή ή τη μαστεκτομή με διατήρηση μόνο του δέρματος, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι εκτελείται από μια εξειδικευμένη χειρουργική ομάδα, που τηρεί τους κανόνες ογκολογικής ασφάλειας.

[...]

Επικουρικές Θεραπείες

Χημειοθεραπεία

Η χημειοθεραπεία, η χορήγηση δηλαδή αντικαρκινικών (κυτταροτοξικών) φαρμάκων για την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων, έχει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, καθώς αυξάνει τόσο την επιβίωση των ασθενών με καρκίνο του μαστού, αλλά και το διάστημα το οποίο οι ασθενείς ζουν χωρίς νόσο. Εντούτοις, δεν έχουν όλοι οι ασθενείς ανάγκη για χημειοθεραπεία. Έτσι, με βάση τις τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες, χημειοθεραπεία χορηγείται σε ασθενείς που ήδη έχουν εμφανίσει απομακρυσμένες εντοπίσεις του καρκίνου του μαστού (μεταστάσεις) και σε ασθενείς που έχουν σχετικά αυξημένη πιθανότητα είτε να αναπτύξουν μεταστάσεις είτε να έχουν τοπική υποτροπή στο μέλλον. Επίσης, σε επιλεγμένες περιπτώσεις, μπορεί να χορηγηθεί πριν το χειρουργείο, ώστε να μειωθεί το τοπικό φορτίο της νόσου και να αυξήσει τις επιλογές μας για θεραπευτική αντιμετώπιση (δυνατότητα διενέργειας επέμβασης διατήρησης του μαστού).

Τα χημειοθεραπευτικά σχήματα, δηλαδή ο συνδυασμός των φαρμάκων που θα λάβει κάθε ασθενής είναι πολλά και η επιλογή του κατάλληλου σχήματος για την κάθε γυναίκα εξαρτάται τόσο από παράγοντες που σχετίζονται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του όγκου (όπως η «επιθετικότητα» του όγκου, το στάδιο της νόσου, κλπ), όσο και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ασθενούς, όπως οι συνυπάρχουσες παθήσεις και η ηλικία της.

Τα περισσότερα χημειοθεραπευτικά φάρμακα χορηγούνται ενδοφλεβίως σε περιβάλλον ημερήσιας νοσηλείας στο νοσοκομείο. Υπάρχουν βέβαια και σκευάσματα που μπορούν να χορηγηθούν με ενδομυϊκές ενέσεις ή από το στόμα. Συνήθως, η χημειοθεραπεία ξεκινά 30– 60 ημέρες μετά το χειρουργείο και χορηγείται σε κύκλους των 15 ή 21 ημερών. Η περίοδος θεραπείας ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του φαρμάκου που έχει επιλεγεί και συνήθως διαρκεί 3-6 μήνες.

Η χημειοθεραπεία έχει τοξική δράση στα κύτταρα που αναπαράγονται με μεγάλη ταχύτητα, όπως τα καρκινικά κύτταρα. Η κυτταροτοξική δράση όμως επηρεάζει και τα φυσιολογικά κύτταρα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση παρενεργειών. Οι συχνότερες παρενέργειες της χημειοθεραπείας είναι:

  • Ναυτία και τάση για έμετο
  • Αλωπεκία (τριχόπτωση)
  • Πρώιμη εμμηνόπαυση
  • Αίσθημα κόπωσης
  • Ανοσοκαταστολή – Ευαισθησία σε λοιμώξεις
  • Ξηροστομία, πονόλαιμος
  • Πρόσληψη βάρους
  • Διαταραχές μνήμης

Οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας είναι σχετικά προσωρινές, δηλαδή υφίονται με τη διακοπή της. Πλέον υπάρχουν τρόποι να ελεγχθούν οι περισσότερες παρενέργειες με τη χορήγηση φαρμακευτικών σκευασμάτων.

Ακτινοθεραπεία

Η Ακτινοθεραπεία είναι ένας τύπος θεραπείας που χρησιμοποιεί ακτίνες Χ υψηλής ενέργειας με στόχο την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων που μπορεί να έχουν απομείνει στην περιοχή του μαστού όπου διενεργήθηκε η χειρουργική επέμβαση. Αποτελεί κομμάτι της περιοχικής θεραπείας του καρκίνου του μαστού, δηλαδή στόχος της είναι ο τοπικός έλεγχος της νόσου. Οι ακτίνες Χ προέρχονται από γραμμικό επιταχυντή και στοχεύουν συγκεκριμένα στην περιοχή που θα εφαρμοστεί η ακτινοθεραπεία.

Η ακτινοθεραπεία εκτελείται για να μειώσει τον κίνδυνο τοπικής υποτροπής του καρκίνου του μαστού. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι όλων των επεμβάσεων διατήρησης του μαστού, καθώς με την προσθήκη της μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος τοπικής υποτροπής και γίνεται συγκρίσιμος με αυτόν της μαστεκτομής. Επίσης, μετά από μαστεκτομή, μπορεί να χρειαστεί να χορηγηθεί συμπληρωματική ακτινοθεραπεία σε περίπτωση που ο όγκος που αφαιρέθηκε είναι μεγάλος ή είναι πολύ κοντά στο θωρακικό τοίχωμα, σε περίπτωση που υπάρχει υποψία υπολειπόμενου όγκου και όταν οι λεμφαδένες της μασχάλης είναι διηθημένοι. Κάποιες φορές, στο πεδίο της ακτινοθεραπείας μπορεί να προστεθεί η μασχαλιαία κοιλότητα ή οι υπερκλείδιοι λεμφαδένες.

Κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας, οι ασθενείς μπορούν να εργαστούν κανονικά και μάλιστα να οδηγήσουν φεύγοντας από το νοσοκομείο. Συνήθως γίνεται 5 ημέρες την εβδομάδα, και η κάθε συνεδρία διαρκεί λίγες ώρες. Η ακτινοθεραπεία μαστού δεν προκαλεί ιδιαίτερες παρενέργειες, με τις περισσότερους ασθενείς να εμφανίζουν ήπιου βαθμού κόπωση, ή κάποια ερυθρότητα στο δέρμα, όπως στο έγκαυμα, ή και πόνο στον μαστό. Περιστασιακά, οι πιο μακροπρόθεσμες παρενέργειες περιλαμβάνουν αυξημένη μελάγχρωση του δέρματος και ήπια σκλήρυνση του μαστού. Οι επιπλοκές αυτές είναι σημαντικές στην περίπτωση μαστεκτομής και αποκατάστασης του μαστού καθώς η ακτινοθεραπεία μπορεί να επηρεάσει την ελαστικότητα του μαστού και την ποιότητα του δέρματος της περιοχής στην οποία θα εφαρμοστεί. Αυτό είναι σημαντικό για το είδος της αποκατάστασης που θα επιλεγεί.

Ορμονοθεραπεία

Οι ορμόνες του γυναικείου φύλου, όπως τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη, παράγονται στο ανθρώπινο σώμα. Κάποια καρκινικά κύτταρα διαθέτουν πρωτεΐνες που ονομάζονται ορμονικοί υποδοχείς και χρειάζονται την παρουσία ορμονών για να αναπτυχθούν. Οι όγκοι στους οποίους προεξάρχουν τα κύτταρα αυτά ονομάζονται ορμονοεξαρτώμενοι όγκοι και για τη θεραπεία τους χρησιμοποιείται η ορμονοθεραπεία.

Η ορμονοθεραπεία επιβραδύνει ή αναστέλλει τελείως την ανάπτυξη ορμονοεξαρτώμενων όγκων. Η χορήγησή της στερεί στα καρκινικά κύτταρα  τις ορμόνες που χρειάζονται για να αναπτυχθούν. Η ορμονοθεραπεία χορηγείται τόσο στη θεραπεία του πρώιμου καρκίνου του μαστού, όσο και στη μεταστατική νόσο. Ο τύπος της ορμονοθεραπείας που θα επιλεγεί για κάθε γυναίκα εξαρτάται από το αναπαραγωγικό της στάδιο (προ-, περι-, ή μετεμμηνοπαυσιακή) αλλά και το στάδιο του καρκίνου του μαστού.

Η ορμονοθεραπεία χορηγείται μετά το χειρουργείο και οι κύριες κατηγορίες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται είναι η ταμοξιφαίνη και οι αναστολείς αρωματάσης. Τόσο η ταμοξιφαίνη όσο και οι αναστολείς αρωματάσεις χορηγούνται από το στόμα με τη μορφή χαπιού που λαμβάνεται μια φορά την ημέρα.

Η ταμοξιφαίνη είναι ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται ήδη πολλά χρόνια στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, με ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα. Συνήθως, προτείνεται η λήψη της για μια περίοδο 5-10 ετών. Η λήψη της ταμοξιφαίνης συνδέεται με παρενέργειες όπως η ναυτία, η δυσπεψία, η ήπια μεταλλική γεύση, η ξηρότητα του κόλπου αλλά και διαταραχές της εμμήνου ρύσης ή και διακοπή της. Η σημαντικότερη παρενέργεια της ταμοξιφαίνης είναι η αύξηση του πάχους του ενδομητρίου και της πιθανότητας ανάπτυξης νεοπλασίας της μήτρας. Η γυναικολογική εξέταση ανά εξάμηνο, τόσο κλινικά όσο και με ενδοκολπικό υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων κρίνεται απαραίτητη κατά τη λήψη ταμοξιφαίνης.

Απο την άλλη, οι αναστολείς αρωματάσης αποτελούν μία σχετικά νέα κατηγορία ορμονοθεραπείας. Ο μηχανισμός δράσης τους στηρίζεται στην αναστολή της λειτουργίας του ενζύμου αρωματάση, το οποίο είναι απαραίτητο για την παραγωγή οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση. Η λήψη αναστολέων αρωματάσης έχει κυρίως ένδειξη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Οι σημαντικότερες παρενέργειες από τη χορήγηση αναστολέων αρωματάσης είναι η οστεοπόρωση, η αύξηση της χοληστερίνης και το αίσθημα κόπωσης. Για τον λόγο αυτό, μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που λαμβάνουν αναστολείς αρωματάσης κάνουν συχνότερους ελέγχους οστικής πυκνότητας και λιπιδαιμικού προφίλ, και λαμβάνονται ανάλογα θεραπευτικά μέτρα.

Στοχευμένες – Βιολογικές θεραπείες

Οι στοχευμένες ή βιολογικές θεραπείες είναι η ομάδα φαρμάκων που έχουν ως στόχο την ανακοπή της ανάπτυξης του καρκίνου, μέσω στόχευσης σε συγκεκριμένες διεργασίες που εκτελούνται εντός του καρκινικού κυττάρου. Το πιο σύνηθες παράδειγμα είναι η χρήση του φαρμάκου trastuzumab (Herceptin).

Ένα ποσοστό καρκίνων του μαστού, περίπου 15-20%, φέρουν υψηλότερη συγκέντρωση της πρωτεΐνης HER2 στην κυτταρική τους επιφάνεια, η οποία και διεγείρει την ανάπτυξή τους, και ονομάζονται HER2 (+) όγκοι. Οι όγκοι αυτοί συνήθως αυξάνονται σε μέγεθος και διασπείρονται πιο γρήγορα από τους HER2 (-). Το trastuzumab (εμπορική ονομασία Herceptin) προσκολλάται στις πρωτεΐνες αυτές, τις μπλοκάρει, και με τον τρόπο αυτό εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξή του. Επίσης, βοηθά το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου στο να καταπολεμήσει τα καρκινικά κύτταρα.

Από τη χορήγηση του trastuzumab ωφελούνται μόνο οι ασθενείς που έχουν HER2 (+) όγκους. Η θεραπεία με trastuzumab ξεκινά μαζί με τη χημειοθεραπεία, και συνεχίζεται για ένα ή δυο έτη, ανάλογα την περίπτωση. Το trastuzumab χορηγείται ενδοφλεβίως ή υποδορίως, σε εξωτερική βάση, συνήθως κάθε τρεις εβδομάδες.

Συνήθως δεν χορηγείται σε εγκυμονούσες, και οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν μέτρα αντισύλληψης για 6 μήνες μετά τη διακοπή του. Επίσης, δεν χορηγείται στην περίοδο της γαλουχίας.

Όπως κάθε φάρμακο, έτσι και η στοχευμένη θεραπεία με trastuzumab μπορεί να έχει παρενέργειες. Αρχικά, το trastuzumab χορηγείται παράλληλα με τις ταξάνες στη συμπληρωματική θεραπεία του καρκίνου του μαστού, αλλά όχι σε συνδυασμό με ανθρακυκλίνες, λόγω τοξικότητος στην καρδιά. Οι συχνότερες παρενέργειές του είναι ο πυρετός και οι κρυάδες, η ναυτία και η διάρροια. Εντούτοις, συνήθως είναι ήπιας μορφής, και εξασθενούν μετά τις πρώτες 2-3 δόσεις θεραπείας. Επίσης, πριν την έναρξη θεραπείας με trastuzumab, αλλά και κατά τη διάρκεια αυτής, είναι απαραίτητος ο καρδιολογικός έλεγχος με υπέρηχο καρδιάς, καθώς σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να αναπτυχθούν καρδιολογικά προβλήματα.

Oncotype DX™

Η εξέταση γονιδιακής υπογραφής του καρκίνου του μαστού Oncotype DX® είναι μια πολυγονιδιακή διαγνωστική εξέταση η οποία προσδιορίζει τον ατομικό κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου στο διηθητικό καρκίνο του μαστού πρώιμου σταδίου. Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζονται οι ασθενείς με ελάχιστη, αν όχι μηδενική, πιθανότητα οφέλους, και ασθενείς με σημαντική πιθανότητα οφέλους από τη χημειοθεραπεία. Η εξέταση Oncotype DX® ανιχνεύει την υποκείμενη βιολογία του όγκου βοηθώντας στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία.

Η εξέταση Oncotype DX® αναλύει τη δραστηριότητα 21 γονιδίων από τον όγκο καρκίνου του μαστού παρέχοντας ένα εξατομικευμένο αποτέλεσμα πρόγνωσης υποτροπής (Recurrence Score), το οποίο είναι μοναδικό για τη βιολογία του καρκίνου της ασθενούς. Η εξέταση Oncotype DX® για καρκίνο μαστού εκτελείται στον ιστό που έχει φυλαχθεί από το αρχικό σας χειρουργείο, και δεν χρειάζεται να υποβληθείτε σε νέα επέμβαση. Ο γιατρός σας θα πρέπει να σας παραπέμψει για την εξέταση εφόσον πληροίτε τις προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή της. Η ένδειξη για διεξαγωγή της εξέτασης τίθεται λαμβάνοντας υπόψιν το μέγεθος του όγκου, την επέκταση στους λεμφαδένες της μασχάλης, το ιδιαίτερο προφίλ του όγκου (ορμονικοί υποδοχείς, έκφραση ογκογονιδίου Her2), και την ηλικία της ασθενούς (προ- ή μετεμμηνοπαυσιακή).

[...]

Επεμβάσεις Μασχάλης

Βιοψία Φρουρού Λεμφαδένα

Η μασχαλιαία χώρα είναι η περιοχή στην οποία κατεξοχήν βρίσκονται οι λεμφαδένες που παροχετεύουν τον μαστό. Μπορεί οι λεμφαδένες, ως όργανο του ανοσοποιητικού, να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της φλεγμονής, αποτελούν όμως και θέσεις που μεθίστανται τα καρκινικά κύτταρα του καρκίνου του μαστού.

Ο «λεμφαδένας φρουρός» είναι ο πρώτος στην αλυσίδα των λεμφαδένων που δέχεται τη λέμφο από τον μαστό. Συνεπώς και τα καρκινικά κύτταρα σε περίπτωση κακοήθειας θα περάσουν πρώτα από τον λεμφαδένα αυτό.

Έτσι, η δυνατότητα ανεύρεσης του λεμφαδένα φρουρού αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς εάν τον εντοπίσουμε και αποδείξουμε με ταχεία βιοψία, την απουσία καρκινικών κυττάρων στον λεμφαδένα αυτό, τότε οι πιθανότητες προσβολής των υπόλοιπων λεμφαδένων της μασχάλης είναι σχεδόν μηδενικές.

Ως εκ τούτου δεν είναι αναγκαία η διενέργεια λεμφαδενικού καθαρισμού της μασχάλης και αποφεύγονται σοβαρές παρενέργειες όπως ο σχηματισμός λεμφοιδήματος, η διαταραχή της αισθητικότητας και της κινητικότητας του άνω άκρου.

Η μέθοδος του λεμφαδένα φρουρού πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις ασθενείς με κακοήθεια του μαστού, εφόσον δεν υπάρχουν κλινικά ύποπτοι λεμφαδένες στη μασχάλη, πράγμα που ελέγχεται τόσο με την ψηλάφηση όσο και με τον υπερηχογραφικό έλεγχο. Για τη σήμανση του λεμφαδένα φρουρού χρησιμοποιούνται χρωστικές, ραδιενεργά στοιχεία ή και τα δύο.

Η βιοψία του λεμφαδένα φρουρού γίνεται είτε από την  τομή της επέμβασης είτε με μια μικρή ξεχωριστή τομή στη μασχάλη. Οι επιπλοκές της μεθόδου δεν είναι συχνές.  Συνήθως παρατηρείται υπέρχρωση του δέρματος από τη χρωστική ουσία, που υφίεται μόνη της εντός 4-6 εβδομάδων.

Δειγματοληψία μασχαλιαίων λεμφαδένων

Η δειγματοληψία μασχαλιαίων λεμφαδένων έχει σκοπό την αφαίρεση μικρού αριθμού (4-6) λεμφαδένων από την περιοχή της μασχάλης και την εξέτασή τους ώστε να διαπιστωθεί αν είναι προσβεβλημένοι από τη νόσο και αναλόγως να προχωρήσουμε ή όχι σε λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης. Στις μέρες μας έχει αντικατασταθεί σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από τη βιοψία φρουρού λεμφαδένα.

Κάποιες φορές, μετά από δειγματοληψία μασχαλιαίων λεμφαδένων μπορεί να εμφανιστεί υπαισθησία (μούδιασμα) στην περιοχή της μασχάλης, η οποία μπορεί να είναι παροδική ή μόνιμη. Ο κίνδυνος εμφάνισης λεμφοιδήματος είναι σαφώς μικρότερος από αυτόν του λεμφαδενικού καθαρισμού της μασχάλης, εντούτοις παραμένει υπαρκτός.

Λεμφαδενικός καθαρισμός μασχάλης

Παλαιότερα, η χειρουργική αντιμετώπιση μιας κακοήθειας στον μαστό περιελάμβανε τη συναφαίρεση και όλων των μασχαλιαίων λεμφαδένων. Στη σύγχρονη όμως εποχή της χειρουργικής αντιμετώπισης του καρκίνου του μαστού, με τη χρήση της τεχνικής της βιοψίας του “ λεμφαδένα φρουρού ”, αποφεύγουμε περίπου τρεις στους τέσσερις λεμφαδενικούς καθαρισμούς. Πλέον, ο λεμφαδενικός καθαρισμός της μασχάλης εκτελείται είτε σε περίπτωση που προεγχειρητικά έχουν εντοπιστεί παθολογικοί μασχαλιαίοι λεμφαδένες, είτε μετά από θετική βιοψία φρουρού λεμφαδένα.

Η διενέργεια λεμφαδενικού καθαρισμού της μασχάλης κάποιες φορές συνοδεύεται από εμφάνιση μετεγχειρητικών επιπλοκών που μπορεί να μην είναι απειλητικές για τη ζωή, εντούτοις μπορεί να έχουν μικρότερη ή μεγαλύτερη επίπτωση στην ποιότητα ζωής μετά από την επέμβαση. Συχνότερα μπορεί να εμφανιστεί μετεγχειρητικός πόνος, υπαισθησία (μούδιασμα) στην περιοχή της μασχάλης και του βραχίονα ή να αναπτυχθεί μια ορώδης συλλογή στην περιοχή της μασχάλης.

Οι επιπλοκές αυτές είναι συνήθως παροδικές και υφίονται αυτόματα μετά από μερικές εβδομάδες. Λιγότερο συχνή, αλλά πιο σημαντική επιπλοκή είναι η ανάπτυξη λεμφοιδήματος στο σύστοιχο άνω άκρο, η οποία εμφανίζεται σε περίπου 10-15% των ασθενών που υποβάλλονται σε λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης και οφείλεται στη “συμφόρηση” του λεμφικού δικτύου, καθώς οι λεμφαδένες που αφαιρούνται για να επιτευχθεί το επιθυμητό ογκολογικό αποτέλεσμα, συμμετέχουν και στη λεμφική παροχέτευση του άνω άκρου. Το λεμφοίδημα μπορεί να είναι από ήπιο έως σοβαρό και να επηρεάζει σε άλλοτε άλλο βαθμό την ποιότητα ζωής της ασθενούς.

[...]

Κληρονομικός Καρκίνος Μαστού

Κληρονομικότητα στον καρκίνο του μαστού αποδεικνύεται σε ποσοστό 5-10% του συνόλου των περιπτώσεων, καθώς οι περισσότερες περιπτώσεις είναι σποραδικές. Σε ηλικίες κάτω των 35 ετών η συχνότητα κληρονομικότητας είναι μεγαλύτερη (30-40%).

Αν και σήμερα στον καρκίνο του μαστού έχει αναγνωρισθεί ένας μεγάλος αριθμός μεταλλάξεων σε περισσότερα από 400 γονίδια, πιο συχνές είναι οι μεταλλαξεις των ογκοκατασταλτικών γονιδίων BRCA1 και BRCA2. Η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού σε ασθενείς με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 φθάνουν έως το 85% και 60% αντίστοιχα καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ οι αντίστοιχες πιθανότητες για ανάπτυξη καρκίνου των ωοθηκών είναι γύρω στο 60%. Πιο σπάνια, ο καρκίνος του μαστού οφείλεται σε ορισμένα σύνδρομα όπως τα Li – Fraumeni, Cowden, Peutz – Jeghers και Muir–Torre.

Τα κριτήρια βάσει των οποίων θα τεθεί υποψία κληρονομικού καρκίνου του μαστού και πιθανώς θα απαιτηθεί γονιδιακός έλεγχος είναι:

  • Καρκίνος ωοθηκών ή μαστού στην ίδια την ασθενή σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών.
  • Ασθενείς με τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού (αρνητικούς οιστρογονικούς και προγεστερονικούς υποδοχείς και αρνητικό γονίδιο c-erbB2).
  • Καρκίνος του μαστού ή των ωοθηκών σε ηλικία κάτω των 50 ετών σε συγγενή 1ου βαθμού.
  • Τουλάχιστον δύο συγγενείς 1ου βαθμού με καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών.
  • Καρκίνος του μαστού και των ωοθηκών στον ίδιο 1ου βαθμού συγγενή.
  • 1ου βαθμού συγγενής με μετάλλαξη σε ένα από τα γονίδια BRCA1, BRCA2, p53, PTEN.
  • Καρκίνος του μαστού σε άνδρα της οικογένειας.

Οι γυναίκες με ισχυρό κληρονομικό ιστορικό ή γενετική προδιάθεση πρέπει να ενημερώνονται για τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής τους και τις ιδιαιτερότητες που οφείλει να έχει η παρακολούθησή τους. Στην περίπτωση μάλιστα που εντοπίζεται μετάλλαξη στα γονίδια BRCA1/2, η παρακολούθηση συνίσταται σε κλινική εξέταση ανά 6 μήνες από την ηλικία των 25 ετών, ετήσια μαστογραφία και μαγνητική μαστογραφία από την ηλικία των 30 ετών, ενώ πρέπει να ελέγχονται και όλες οι συγγενείς πρώτου βαθμού για την ύπαρξη της συγκεκριμένης μετάλλαξης. Πέρα από την παρακολούθηση, οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται και για τις δυνατότητες ελάττωσης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου, που περιλαμβάνουν:

– χειρουργικές μεθόδους (π.χ. αμφοτερόπλευρη μαστεκτομή με ή χωρίς αποκατάσταση, η οποία σε γυναίκες υψηλού κινδύνου ή γυναίκες φορείς μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1/BRCA2 ελαττώνει την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού κατά 90%, ή αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή, η οποία ελαττώνει την πιθανότητα καρκίνου των ωοθηκών κατά 80% και του μαστού κατά 50%).

-φαρμακευτική αγωγή (π.χ. ταμοξιφένη, τόσο σε προεμμηνοπαυσιακές όσο και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και ραλοξιφένη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που περιορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου κατά 50%).

 

[...]

Πρωτογενής πρόληψη του καρκίνου του μαστού

Ο καρκίνος του μαστού είναι ιάσιμος υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει έγκαιρη διάγνωση, η οποία επιτυγχάνεται με τον προσυμπτωματικό έλεγχο. Η διάγνωση της νόσου σε πρώιμο στάδιο δίνει τη δυνατότητα έγκαιρης θεραπευτικής αντιμετώπισης που μειώνει την πιθανότητα επανεμφάνισης της νόσου και αυξάνει την επιβίωση της ασθενούς.

Η μαστογραφία είναι το κύριο μέσο προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του μαστού. Η ηλικία έναρξης και η συχνότητα μαστογραφικού ελέγχου ποικίλλουν ανάμεσα στις διάφορες χώρες. Σύμφωνα με τις τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες για τον Ελληνικό πληθυσμό, ο προληπτικός έλεγχος του πληθυσμού ξεκινά στην ηλικία των 40 ετών με μαστογραφία και κλινική εξέταση.

Σε κάθε περίπτωση ο κλινικός ιατρός θα κρίνει με βάση το ιστορικό της κάθε γυναίκας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μαστού της, για το εάν χρειάζεται συμπληρωματικός απεικονιστικός έλεγχος με υπερηχογράφημα ή μαγνητική μαστογραφία.

Αν και έχουν εντοπιστεί παράγοντες κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, η ακριβής αιτία ανάπτυξης της νόσου δεν είναι γνωστή. Εντούτοις, υπάρχει η δυνατότητα μείωσης του σχετικού κινδύνου εμφάνισης της νόσου, με την υιοθέτηση συγκεκριμένων καθημερινών πρακτικών και τρόπου ζωής.

Υγιεινή Διατροφή

Έρευνες έχουν δείξει ότι η σωστή διατροφή και η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους βοηθούν στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

Η κατανάλωση επαρκών ποσοτήτων φρούτων και λαχανικών, η μείωση της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών οξέων και η αποφυγή επεξεργασμένων τροφίμων με χημικά πρόσθετα και ζάχαρη βοηθούν στην πρόληψη πολλών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου. Το σωματικό βάρος πρέπει να διατηρείται σε φυσιολογικά επίπεδα, καθώς η παχυσαρκία, μέσω της αύξησης των επιπέδων οιστρογόνων, έχει ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη καρκίνου του μαστού.

Περιορισμός κατανάλωσης αλκοόλ

Η κατανάλωση αλκοόλ σχετίζεται με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού και ο κίνδυνος αυξάνεται ανάλογα με την προσλαμβανόμενη ποσότητα. Αυτό συμβαίνει λόγω της επίδρασης του αλκοόλ που επεμβαίνει στο μεταβολισμό των οιστρογόνων. Αποφυγή καπνίσματος Αν και η συσχέτιση μεταξύ καπνίσματος και καρκίνου του μαστού δεν είναι ξεκάθαρη, υπάρχουν μελέτες που ενοχοποιούν τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό κάπνισμα για την εμφάνιση της νόσου. Η αποφυγή του καπνίσματος, όπως και για τους περισσότερους καρκίνους, θεωρείται πάντως προστατευτικός παράγοντας.

Αποφυγή καπνίσματος

Αν και η συσχέτιση μεταξύ καπνίσματος και καρκίνου του μαστού δεν είναι ξεκάθαρη, υπάρχουν μελέτες που ενοχοποιούν τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό κάπνισμα για την εμφάνιση της νόσου. Η αποφυγή του καπνίσματος, όπως και για τους περισσότερους καρκίνους, θεωρείται πάντως προστατευτικός παράγοντας.

Σωματική άσκηση

Η φυσική δραστηριότητα αποτελεί ακόμα έναν παράγοντα που σχετίζεται άμεσα με τον καρκίνο του μαστού. Η σωματική άσκηση επηρεάζει τα επίπεδα των ορμονών και συμβάλλει στον έλεγχο του σωματικού βάρους. Η ήπια και τακτική σωματική άσκηση, που μπορεί να περιλαμβάνει περπάτημα, ποδηλασία ή ήπια άθληση, αποτελεί ασπίδα κατά του καρκίνου του μαστού.

[...]

Βιοψίες Μαστού

Οποιαδήποτε αλλοίωση κρίνεται κλινικά ή ακτινολογικά ύποπτη (BI-RADS 4-5), χρήζει βιοψίας.

Παλαιότερα, η βιοψία μιας αλλοίωσης του μαστού γινόταν στο χειρουργείο. Στις περιπτώσεις μάλιστα μη ψηλαφητής βλάβης γινόταν σήμανση της ύποπτης περιοχής με συρμάτινο οδηγό (hook wire) είτε στερεοπτακτικά είτε υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση για να μπορεί στη συνέχεια αυτή να αφαιρεθεί στο χειρουργείο.

Σήμερα όμως γνωρίζουμε ότι η προεγχειρητική διάγνωση των αλλοιώσεων του μαστού είναι υψίστης σημασίας, καθώς από τη μια μεριά αποφεύγεται η άσκοπη χειρουργική επέμβαση στις περιπτώσεις που η βιοψία αποδεικνύει μία καλοήθη αλλοίωση και από την άλλη, σε περίπτωση κακοήθειας, μπορεί να γίνει σωστός σχεδιασμός της χειρουργικής παρέμβασης.

Οι κύριες ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι που εφαρμόζονται πλέον για την προεγχειρητική διάγνωση περιλαμβάνουν την κυτταρολογική εξέταση δια λεπτής βελόνης (συνήθως 21-23 gauge) και την ιστολογική βιοψία δια κόπτουσας βελόνης (συνήθως 8-14 gauge).

Και στις δύο περιπτώσεις μπορεί να γίνει καθοδήγηση από μαστογράφο (στερεοταξία) ή από υπερηχοτομογράφο ώστε να επιτυγχάνεται μεγαλύτερη ακρίβεια.

Βιοψία δια λεπτής βελόνας

Βιοψία διά κόπτουσας βελόνας

Στερεοτακτική βιοψία μαστού

Χειρουργική βιοψία

[...]

Παθήσεις Μαστού στην Τρίτη Ηλικία

Η ηλικία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση του καρκίνου του μαστού. Μεγάλος αριθμός ασθενών εμφανίζουν τη νόσο σε προχωρημένη ηλικία. Οι βασικές αρχές αντιμετώπισης της νόσου παραμένουν οι ίδιες και στην τρίτη ηλικία, με τη διαφορά ότι η θεραπεία οφείλει να εξατομικεύεται λαμβάνοντας υπόψιν το προσδόκιμο επιβίωσης και τις συνυπάρχουσες παθήσεις της ασθενούς.

Χειρουργική θεραπεία στην Τρίτη Ηλικία: Η χειρουργική θεραπεία θα πρέπει να προσφέρεται σε όλες τις ασθενείς, ανεξαρτήτως ηλικίας, εφόσον η γενική κατάσταση της υγείας τους επιτρέπει την πραγματοποίησή της. Το είδος της επέμβασης που θα διενεργηθεί, βέβαια, θα εξαρτηθεί από το στάδιο της νόσου αλλά και το προσδόκιμο επιβίωσης της ασθενούς. Για παράδειγμα, μπορεί να παραληφθεί η χειρουργική σταδιοποίηση των μασχαλιαίων λεμφαδένων (βιοψία λεμφαδένα φρουρού), ή να επιλεγεί διαφορετική επέμβαση μαστού (π.χ. ογκεκτομή), ανάλογα με τη γενικότερη κατάσταση της υγείας της ασθενούς και τη δυνατότητα να υποβληθεί μετεγχειρητικά σε επικουρικές θεραπείες.

Χημειοθεραπεία: Οι βασικές αρχές χορήγησης χημειοθεραπείας ισχύουν και στις ασθενείς προχωρημένης ηλικίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν σοβαρά συνυπάρχοντα προβλήματα υγείας. Ανάλογα με τα συνυπάρχοντα νοσήματα, επιλέγονται τα αντίστοιχα χημειοθεραπευτικά σχήματα, ώστε να μεγιστοποιείται το όφελος χωρίς να επιβαρύνεται η κατάσταση της ασθενούς.

Ακτινοθεραπεία: Η ακτινοθεραπεία μπορεί να εφαρμοστεί και στις ηλικιωμένες ασθενείς με καρκίνο του μαστού, αν και η πιθανότητα τοπικής υποτροπής σε αυτές τις ασθενείς είναι γενικά μικρότερη. Ειδικά σε περιπτώσεις ασθενών με μικρούς ή καλύτερης πρόγνωσης όγκους, η χορήγησή της μπορεί να παραληφθεί. Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι οι νεότερης τεχνολογίας συσκευές ακτινοθεραπείας περιορίζουν την πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών από τους πνεύμονες ή την καρδιά.

Ορμονοθεραπεία: Η ορμονοθεραπεία μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια στις ηλικιωμένες ασθενείς με καρκίνο του μαστού. Στις περισσότερες περιπτώσεις προτείνεται ένας αναστολέας αρωματάσης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει οστεοπενία ή οστεοπόρωση. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να χορηγηθεί ταμοξιφαίνη. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις ασθενών με ορμονοεξαρτώμενο καρκίνο του μαστού και επιβαρυμένη γενική κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει χειρουργική επέμβαση μπορεί να χορηγηθεί εξ αρχής ορμονοθεραπεία.

[...]

Παθήσεις Μαστού Στην Κύηση

Ως καρκίνος του μαστού που σχετίζεται με την κύηση ορίζεται η εμφάνιση καρκίνου κατά τη διάρκεια της κύησης, έως και ένα χρόνο μετά τον τοκετό, καθώς και κατά τη διάρκεια της γαλουχίας. Η εμφάνιση καρκίνου του μαστού στην κύηση είναι σπάνια και η συχνότητά της παγκοσμίως ανέρχεται σε περίπου 1 περίπτωση ανά 5.000 εγκυμοσύνες. Δυστυχώς, οι καρκίνοι αυτοί είναι κατά κανόνα πιο επιθετικοί και διαγιγνώσκονται σε προχωρημένο στάδιο, πράγμα που επιβαρύνει την πρόγνωση των ασθενών αυτών.

Ο μαστός υπόκειται σε αλλαγές κατά τη διάρκεια της κύησης, καθώς αυξάνεται σε μέγεθος και πυκνώνουν τα αδενικά του στοιχεία. Οι αλλαγές αυτές κάνουν πιο δύσκολη την ανίχνευση αλλοιώσεων, είτε κλινικά είτε απεικονιστικά. Συνήθως, οποιοδήποτε νέο ψηλαφητό ογκίδιο αξιολογείται αρχικά με κλινική εξέταση και υπερηχογράφημα. Ο υπέρηχος είναι τελείως ακίνδυνος για το έμβρυο, ενώ αν απαιτηθεί μαστογραφία, θα χρησιμοποιηθεί ποδιά ακτινοπροστασίας για το έμβρυο. Η ασφάλεια της μαγνητικής μαστογραφίας στην κύηση, δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς και η χρήση της σκιαγραφικής ουσίας αντενδείκνυται.

Οποιαδήποτε ύποπτη αλλοίωση πρέπει να διερευνάται με βιοψία που προτείνεται να γίνεται διαδερμικά και με τοπική αναισθησία. Εάν τελικά τεθεί η διάγνωση καρκίνου, θα αντιμετωπιστεί με τις  γενικές αρχές αντιμετώπισης της νόσου στον γενικό πληθυσμό, με τη διαφορά ότι η θεραπευτική προσέγγιση θα συναποφασιστεί εξατομικευμένα για την κάθε ασθενή, με βάση το στάδιο της νόσου, το τρίμηνο της κύησης και με γνώμονα την ασφάλεια τόσο του εμβρύου όσο και της μητέρας.

Μια γυναίκα που διαγιγνώσκεται με κακοήθεια του μαστού κατά τη διάρκεια της κύησης πρέπει να γνωρίζει ότι σε καμία περίπτωση η ύπαρξη της κακοήθειας στον μαστό δεν επηρεάζει την ανάπτυξη του εμβρύου. Έτσι, στις περισσότερες περιπτώσεις, η κύηση μπορεί να συνεχιστεί παράλληλα με τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού.

Χειρουργική επέμβαση: Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της θεραπείας του καρκίνου του μαστού στην κύηση και μπορεί να διενεργηθεί με ασφάλεια κατά τη διάρκειά της. Καθώς η χορήγηση ακτινοθεραπείας που απαιτείται μετά από επεμβάσεις διατήρησης του μαστού μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο έμβρυο, στις περισσότερες περιπτώσεις και ιδιαίτερα στο πρώτο τρίμηνο, προτείνεται μαστεκτομή και η αποκατάσταση του μαστού θα γίνει σε δεύτερο χρόνο.

Όσον αφορά στις επεμβάσεις στη μασχάλη, πολύ συχνά απαιτείται λεμφαδενικός καθαρισμός, καθώς η ασφάλεια των σκιαγράφησης του λεμφαδένα φρουρού δεν έχει αποσαφηνιστεί επαρκώς.

Χημειοθεραπεία: Συγκεκριμένοι συνδυασμοί χημειοθεραπευτικών μπορούν να χορηγηθούν κατά τη διάρκεια της κύησης με ασφάλεια. Η χημειοθεραπεία θα πρέπει βέβαια να αποφεύγεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, λόγω της δυσμενούς επίπτωσής της στην ανάπτυξη των οργάνων του εμβρύου, ενώ επίσης θα πρέπει να διακόπτεται 3-4 εβδομάδες πριν τον τοκετό, για να αποφευχθούν ενδεχόμενες επιπλοκές. Σε περίπτωση γαλουχίας, αυτή θα πρέπει να διακοπεί, καθώς τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα αποβάλλονται και στο μητρικό γάλα.

Ακτινοθεραπεία: Η ακτινοθεραπεία πρέπει να αποφεύγεται σε όλα τα στάδια της κύησης. Σε διάγνωση κακοήθειας στον μαστό στο τελευταίο τρίμηνο της κύησης, μπορεί να επιλεγεί κάποια επέμβαση διατήρησης του μαστού και η ακτινοθεραπεία να μετατεθεί για μετά τον τοκετό.

Ορμονοθεραπεία: Η ορμονοθεραπεία κατά τη διάρκεια της κύησης έχει ενοχοποιηθεί για εμφάνιση κολπικής αιμορραγίας, αυτόματων αποβολών και εμβρυϊκών θανάτων. Για τον λόγο αυτό αντενδείκνυται η χορήγησή της κατά την εγκυμοσύνη και τη γαλουχία.

Στοχευμένες θεραπείες: Οι στοχευμένες θεραπείες, με κυριότερο εκπρόσωπο την αναστολή του υποδοχέα HER2 με το trastuzumab, αντενδείκνυνται στην κύηση και τη γαλουχία, λόγω των ανωμαλιών που προκαλούν στο έμβρυο.

 

[...]

Παθήσεις Μαστού Στον Άνδρα

Ο καρκίνος του μαστού είναι σχετικά σπάνιος, με συχνότητα εμφάνισης 1% των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού ετησίως.

Οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου του μαστού στον άνδρα μοιάζουν με εκείνους  που αφορούν τις γυναίκες και είναι η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό (ιδιαίτερα η ύπαρξη μεταλλάξεων BRCA1/2), η προηγούμενη ακτινοβόληση του θώρακα, τα υψηλά επίπεδα οιστρογόνων σε συνδυασμό με χαμηλά επίπεδα ανδρογόνων και σύνδρομα όπως το σύνδρομο Klinefelter.

Τα συχνότερα συμπτώματα του καρκίνου του μαστού στον άνδρα περιλαμβάνουν την παρουσία ογκιδίου, συνήθως ανώδυνου κοντά στη θηλή, την εισολκή ή εξέλκωση της θηλής και την παρουσία εκκρίματος από τη θηλή, συχνά με πρόσμιξη αίματος. Σε προχωρημένα στάδια μπορεί να εμφανιστεί και διόγκωση στους μασχαλιαίους λεμφαδένες.

Το γεγονός ότι ο καρκίνος του μαστού είναι σπάνιος στον άνδρα συχνά οδηγεί τους άνδρες που έχουν κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα να αναβάλλουν την επίσκεψη στον γιατρό. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψιν ότι, όπως και στη θεραπεία του γυναικείου καρκίνου του μαστού, η έγκαιρη διάγνωση και εδώ παίζει σημαντικό ρόλο στο ογκολογικό αποτέλεσμα και τελικά στην επιβίωση του ασθενούς.

Στην περίπτωση που εμφανιστεί κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα, απαιτείται κλινική εξέταση και απεικονιστικός έλεγχος με μαστογραφία ή και υπερηχογράφημα. Επί υποψίας καρκίνου, θα διενεργηθεί βιοψία με μια από τις κλασσικές μεθόδους, είτε κυτταρολογική εξέταση δια λεπτής βελόνης είτε ιστολογική με λήψη ιστοτεμαχίου. Σε γενικές γραμμές, οι αρχές της διαγνωστικής προσέγγισης είναι παρόμοια με αυτή της διερεύνησης όγκου μαστού στις γυναίκες.

Η αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού στον άνδρα είναι αντίστοιχη με τις γυναίκες και περιλαμβάνει χειρουργική επέμβαση, αλλά και επικουρικές θεραπείες όπως ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία και ορμονοθεραπεία, ανάλογα με το στάδιο της νόσου, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ασθενή.

Η χειρουργική επέμβαση στον άνδρα συνίσταται να είναι μαστεκτομή, καθώς η ασφάλεια των επεμβάσεων διατήρησης του μαστού, (ογκεκτομή/ευρεία εκτομή/τμηματεκτομή) δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς. Αντίστοιχα, για τη σταδιοποίηση της μασχάλης, εκτελείται συνήθως λεμφαδενικός καθαρισμός, καθώς η επάρκεια της βιοψίας του λεμφαδένα φρουρού είναι ακόμα υπό διερεύνηση.

Όσον αφορά τις επικουρικές θεραπείες, ισχύουν και στους άνδρες οι ίδιες βασικές αρχές που ισχύουν για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

[...]

Προκαρκινικές Αλλοιώσεις Μαστού

Άτυπη Επιθηλιακή Υπερπλασία των Πόρων (ADH)

Η Άτυπη Επιθηλιακή Υπερπλασία είναι μια καλοήθης πάθηση του μαστού και συνήθως αφορά μια μη ψηλαφητή, αλλά μαστογραφικά ορατή αλλοίωση. Εμφανίζεται συνήθως ως διαταραχή της αρχιτεκτονικής του μαζικού αδένα ή ως συρρέουσες μικροαποτιτανώσεις. Παρά το γεγονός ότι κατατάσσεται στις καλοήθεις βλάβες, αυξάνει σημαντικά (έως και 4 φορές) τον κίνδυνο ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου του μαστού.

Η διάγνωση της άτυπης επιθηλιακής υπερπλασίας γίνεται ιστολογικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις και αν έχει προηγηθεί διαδερμική (με βελόνη) βιοψία, απαιτείται ευρύτερη χειρουργική εκτομή της περιοχής της βλάβης, με σκοπό τον αποκλεισμό συνυπάρχουσας κακοήθειας και τον περιορισμό του κινδύνου ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου στο μέλλον.

Λοβιακή Νεοπλασία – In situ Λοβιακό Καρκίνωμα (LCIS)

Η λοβιακή νεοπλασία εμφανίζεται κατά κύριο λόγο ως μη ψηλαφητή μαστογραφική αλλοίωση και σπανιότερα ως ψηλαφητή μάζα. Περιλαμβάνει δυο ιστολογικές οντότητες, την άτυπη λοβιακή υπερπλασία (Atypical Lobular Hyperplasia, ALH) και το λοβιακό καρκίνωμα in situ (Lobular Carcinoma In Situ – LCIS). Και οι δύο αυτές οντότητες δεν θεωρούνται μορφές καρκίνου, αλλά παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης διηθητικού καρκίνου που μπορεί να είναι είτε λοβιακός είτε πορογενής. Στις περιπτώσεις αυτές ο δια βίου κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μπορεί να αυξάνεται έως και 20%.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της λοβιακής νεοπλασίας πρέπει να εξατομικεύεται στην κάθε ασθενή, καθώς χαρακτηρίζεται από αυξημένα ποσοστά πολυεστιακότητας και αμφοτερόπλευρης εντόπισης. Οι δυνατότητες παρέμβασης ποικίλλουν από την απλή τακτική παρακολούθηση της ασθενούς και τη χορήγηση προφυλακτικής ορμονοθεραπείας έως ευρείες χειρουργικές επεμβάσεις, που μπορεί να φτάνουν έως και την προφυλακτική αμφοτερόπλευρη μαστεκτομή. 

Ακτινωτή ουλή

Η ακτινωτή ουλή ανήκει στην ομάδα των σκληρυντικών αλλοιώσεων του μαστού. Ονομάζεται έτσι λόγω της μαστογραφικής της εικόνας, που μοιάζει με ουλή, καθώς φέρει ακτινωτές προσεκβολές, που δυσκολεύουν τη διαφοροδιάγνωσή της από τον καρκίνο του μαστού.

Η ύπαρξη ακτινωτής ουλής στη μαστογραφία απαιτεί διερεύνηση με βιοψία προκειμένου να αποκλειστεί η πιθανότητα ύπαρξης διηθητικού καρκίνου. Η βιοψία αυτή συνήθως γίνεται χειρουργικά, με στόχο την αφαίρεση ολόκληρης της ύποπτης περιοχής και τον περιορισμό τoυ.

[...]

Μαγνητική Τομογραφία Μαστών

Η Μαγνητική Τομογραφία Μαστών (ή Mαγνητική Mαστογραφία) είναι μία σχετικά νέα, ιδιαίτερα ευαίσθητη μέθοδος για την απεικονιστική μελέτη των μαστών.  Με τη μαγνητική μαστογραφία μπορούμε να μελετήσουμε τόσο τη μορφολογία όσο και τη συμπεριφορά των βλαβών του μαστού σε σχέση με την πρόσληψη και απομάκρυνση σκιαγραφικής ουσίας.

Αν και η ευαισθησία της εξέτασης είναι ιδιαίτερα υψηλή και μπορεί να ανιχνεύσει βλάβες πολύ μικρού μεγέθους, ακόμα και μικρότερες των 5 χιλιοστών, η ειδικότητά της δεν είναι πολύ μεγάλη, με αποτέλεσμα να  εμφανίζει αυξημένο αριθμό ύποπτων ευρημάτων, που οδηγούν σε περιττές βιοψίες ή και χειρουργικές επεμβάσεις.

Παρόλα αυτά, η μαγνητική μαστογραφία αποδεικνύεται πολύτιμο διαγνωστικό εργαλείο σε περιπτώσεις:

  • Αντικρουόμενων αποτελεσμάτων κατά την κλινική εξέταση, τη μαστογραφία και το υπερηχογράφημα
  • Ύπαρξης ενθεμάτων και πιθανής ρήξης αυτών (διαρροή σιλικόνης)
  • Διερεύνησης πολυεστιακού ή πολυκεντρικού καρκίνου
  • Παρακολούθησης γυναικών με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό ή διαγνωσμένες μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1, BRCA2
  • Υποτροπής του καρκίνου του μαστού

Επίσης, με τη βοήθεια της μαγνητικής μαστογραφίας, μπορεί να γίνει και κατευθυνόμενη βιοψία βλαβών οι οποίες δεν απεικονίζονται στη μαστογραφία ή τον υπέρηχο.

[...]

Υπερηχογράφημα Μαστών

Υπερηχογράφημα μαστών – Ελαστογραφία

Το υπερηχογράφημα μαστών είναι μια εύκολη, γρήγορη, ανώδυνη και χωρίς ακτινοβολία εξέταση που δίνει πολύτιμες πληροφορίες και βοηθά στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Ο ρόλος της υπερηχοτομογραφίας στη διαγνωστική διερεύνηση των αλλοιώσεων του μαστού έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, παραμένει όμως συμπληρωματικός και δεν υποκαθιστά τη μαστογραφία στην ανίχνευση των βλαβών του μαστού και ιδίως του πρώιμου καρκίνου.

Το υπερηχογράφημα των μαστών είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στην εξέταση πυκνών μαστών, όπως συνήθως παρατηρείται στις νέες γυναίκες. Επίσης, αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τον χαρακτηρισμό των αλλοιώσεων του μαστού σε κυστικές ή συμπαγείς. Δίνει σημαντικές πληροφορίες όσον αφορά στη μορφολογία, το μέγεθος και την αγγείωση των διαφόρων αλλοιώσεων.

Τα νεότερα μηχανήματα υπερήχων παρέχουν επίσης τη δυνατότητα τρισδιάστατης απεικόνισης (3D), που βοηθά στη διαφοροδιάγνωση πιθανών ευρημάτων. Με τη βοήθεια των υπερήχων, είναι επίσης δυνατή η πραγματοποίηση κατευθυνόμενων βιοψιών σε ύποπτες αλλοιώσεις του μαστού.

Νεότερη μέθοδος που έρχεται να ενισχύσει τη διαφορική διάγνωση των καλοήθων και κακοήθων αλλοιώσεων με τη χρήση υπερήχων, είναι η ελαστογραφία. Η ελαστογραφία δίνει τη δυνατότητα χαρακτηρισμού μιας βλάβης με βάση την ελαστικότητά της και βοηθά στην ταξινόμησή της ως καλοήθης ή κακοήθης. Οι κακοήθεις βλάβες εμφανίζουν συνήθως αυξημένη σκληρότητα σε σχέση με τις καλοήθεις και απεικονίζονται με διαφορετικό χρωματισμό στην ελαστογραφία.

 

 

[...]

Ψηφιακή Μαστογραφία

Ψηφιακή Μαστογραφία – Τομοσύνθεση

Η μαστογραφία είναι η πλέον καθιερωμένη μέθοδος προσυμπτωματικού πληθυσμιακού ελέγχου (screening) των γυναικών. Είναι η μέθοδος αναφοράς όσον αφορά τις παθήσεις του μαστού και χαρακτηρίζεται από υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα.

Τα τελευταία χρόνια, έχει καθιερωθεί ως εξέταση εκλογής η ψηφιακή μαστογραφία, καθώς παρουσιάζει μια σειρά από πλεονεκτήματα, όπως η καλύτερη ανάδειξη των αλλοιώσεων του μαστού και ειδικά των μικροαποτιτανώσεων και η χαμηλότερη δόση ακτινοβολίας.

Η προληπτική μαστογραφία είναι δύο θέσεων στον κάθε μαστό (Face και Profile) και συστήνεται να γίνεται καλύτερα την πρώτη εβδομάδα μετά το τέλος της περιόδου. Την περίοδο εκείνη ο μαστός είναι σχετικά ήρεμος και  απαλλαγμένος από το οίδημα που δημιουργείται από τις διακυμάνσεις των ορμονών του αναπαραγωγικού κύκλου.

Νεότερη εξέλιξη της ψηφιακής μαστογραφίας είναι η ψηφιακή 3D τομοσύνθεση. Κατά την εξέταση αυτή λαμβάνεται ένας αριθμός εικόνων λεπτών τομών του μαστού από διαφορετικές γωνίες, και ακολουθεί τρισδιάστατη ανασύνθεση των εικόνων αυτών. Έτσι επιτυγχάνεται απεικόνιση με καλύτερη ευκρίνεια και αναδεικνύονται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια οι δομές του μαστού.

Η ανάγκη μίας ενιαίας παγκόσμιας περιγραφής των μαστογραφικών ευρημάτων οδήγησε στην κατηγοριοποίηση αυτών σύμφωνα με την πιθανότητα παρουσίας ή όχι κακοήθειας. Έτσι δημιουργήθηκε ένα είδος περιγραφικού λεξικού μαστογραφικών γνωματεύσεων – το BIRADS (Breast Imaging Reporting And Data System).

 

BI-RADS Χαρακτηριστικά Πιθανότητα κακοήθειας
Κατηγορία 0 Ανεπαρκής χαρακτηρισμός ευρημάτων

(Απαιτείται πρόσθετος απεικονιστικός έλεγχος)

Κατηγορία 1 Μαστογραφία αρνητική

(Δεν υπάρχουν ευρήματα)

0
Κατηγορία 2 Υπάρχουν καλοήθη ευρήματα

(Επίσης συνιστάται ο ετήσιος επανέλεγχος)

0
Κατηγορία 3 Υπάρχουν πιθανώς καλοήθη ευρήματα

(Συνιστάται επανέλεγχος μετά 3-6 μήνες ή βιοψία)

<2%
Κατηγορία 4 Υπάρχει ύποπτο εύρημα

(Απαιτείται βιοψία)

2-95%
Κατηγορία 4 Α Περιλαμβάνει ευρήματα με

μικρή πιθανότητα κακοήθειας

2-10%
Κατηγορία 4 Β Περιλαμβάνει ευρήματα με

ενδιάμεση πιθανότητα κακοήθειας

10-50%
Κατηγορία 4 C Περιλαμβάνει ευρήματα με

μεγαλύτερη πιθανότητα κακοήθειας

50-95%
Κατηγορία 5 Περιλαμβάνει ευρήματα με

εξαιρετικά υψηλή πιθανότητα κακοήθειας

>95%
Κατηγορία 6 Έχει γίνει γνωστή βιοψία και υπάρχει

επιβεβαιωμένη κακοήθεια

100%

 

[...]

Κλινική εξέταση μαστού

Ο συστηματικός έλεγχος με προληπτικές απεικονιστικές εξετάσεις σε συνδυασμό με την ετήσια κλινική εξέταση, έχει σαν αποτέλεσμα την ανίχνευση του καρκίνου του μαστού σε πρώιμα στάδια. Η κλινική εξέταση του μαστού από εξειδικευμένο ιατρό αυξάνει την πιθανότητα έγκαιρης αναγνώρισης παθολογικών ευρημάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν ειδικοί τύποι καρκίνου του μαστού που ο απεικονιστικός έλεγχος μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικός και η κλινική εξέταση από μόνη της να θέσει την υποψία ύπαρξης της νόσου.

Με την κλινική εξέταση των μαστών αναγνωρίζονται ογκίδια στους μαστούς ή τις μασχαλιαίες χώρες, ύπαρξη υγρού εκκρίματος από τις θηλές, αλλαγές στο δέρμα του μαστού ή της θηλής του τύπου της εισολκής, της ερυθρότητας, του εκζέματος, του οιδήματος, κ.α. Με βάση τα ευρήματα από την κλινική εξέταση, προτείνεται περαιτέρω διερεύνηση, εάν απαιτείται.

 

[...]

Αυτοεξέταση μαστών

Η πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο «όπλο» που έχουμε στα χέρια μας για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού. Στην πρώιμη διάγνωση μπορεί να συμβάλλει και η αυτοεξέταση, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου 20-40% των γυναικών με κακοήθεια στον μαστό ψηλάφησαν τη βλάβη μόνες τους.

Η αυτοεξέταση του μαστού σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες πρέπει να γίνεται κάθε μήνα, από την 7η ημέρα έως τη 10η ημέρα του κύκλου. Στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, επιλέγεται μια ημερομηνία στην οποία κάθε μήνα επαναλαμβάνεται η εξέταση.

Τα βήματα για μια σωστή αυτοεξέταση:

1. Σε χώρο με ικανοποιητικό φωτισμό, αφαιρείτε τα ρούχα σας και στέκεστε όρθια μπροστά σε ένα καθρέφτη. Εξετάζετε τους μαστούς σας για τυχόν αλλαγές στο μέγεθος, την υφή ή το χρώμα τους. Ελέγχετε για πιθανή εκροή υγρού από τις θηλές, για εισολκή ή ρυτίδωση στο δέρμα ή τις θηλές των μαστών, για διογκώσεις στους μαστούς ή τις μασχάλες που δεν προϋπήρχαν.

2. Υψώνετε τα χέρια σας σε ανάταση και παρατηρείτε τους μαστούς από όλες τις πλευρές.

3. Χρησιμοποιώντας τα τρία μεσαία δάκτυλα και εφαρμόζοντας ήπια πίεση, ψηλαφάτε κυκλικά ή ακτινωτά όλη την έκταση και των δυο μαστών, καθώς και τις μασχαλιαίες χώρες.

4. Η διαδικασία πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας το κάθε χέρι για τον έλεγχο του αντίπλευρου μαστού.

5. Η ψηλάφηση επαναλαμβάνεται σε ξαπλωμένη θέση με τη χρήση ενός μαξιλαριού πίσω από την πλάτη.

6. Η εξέταση κατά τη διάρκεια του ντους μπορεί να κάνει τον έλεγχο πιο εύκολο.

Η αυτοεξέταση είναι χρήσιμη για να γνωρίσετε το στήθος σας και να ανιχνεύσετε τυχόν αλλαγές, που θα πρέπει να σας οδηγήσουν έγκαιρα στον γιατρό σας. Εντούτοις, δεν αντικαθιστά ούτε τον ετήσιο κλινικό έλεγχο από τον εξειδικευμένο ιατρό, ούτε φυσικά τον προληπτικό έλεγχο με μαστογραφία.

Ειδικά σε περίπτωση που ανήκετε σε ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του μαστού, συμβουλευθείτε το γιατρό σας, ο οποίος θα σας καθοδηγήσει για το πώς και πότε πρέπει να εξετάζεστε.

[...]