Καρκίνος Μαστού
Κληρονομικός Καρκίνος Μαστού
Κληρονομικότητα στον καρκίνο του μαστού αποδεικνύεται σε ποσοστό 5-10% του συνόλου των περιπτώσεων, καθώς οι περισσότερες περιπτώσεις είναι σποραδικές. Σε ηλικίες κάτω των 35 ετών η συχνότητα κληρονομικότητας είναι μεγαλύτερη (30-40%).
Αν και σήμερα στον καρκίνο του μαστού έχει αναγνωρισθεί ένας μεγάλος αριθμός μεταλλάξεων σε περισσότερα από 400 γονίδια, πιο συχνές είναι οι μεταλλαξεις των ογκοκατασταλτικών γονιδίων BRCA1 και BRCA2. Η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού σε ασθενείς με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 φθάνουν έως το 85% και 60% αντίστοιχα καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ οι αντίστοιχες πιθανότητες για ανάπτυξη καρκίνου των ωοθηκών είναι γύρω στο 60%. Πιο σπάνια, ο καρκίνος του μαστού οφείλεται σε ορισμένα σύνδρομα όπως τα Li – Fraumeni, Cowden, Peutz – Jeghers και Muir–Torre.
Τα κριτήρια βάσει των οποίων θα τεθεί υποψία κληρονομικού καρκίνου του μαστού και πιθανώς θα απαιτηθεί γονιδιακός έλεγχος είναι:
- Καρκίνος ωοθηκών ή μαστού στην ίδια την ασθενή σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών.
- Ασθενείς με τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού (αρνητικούς οιστρογονικούς και προγεστερονικούς υποδοχείς και αρνητικό γονίδιο c-erbB2).
- Καρκίνος του μαστού ή των ωοθηκών σε ηλικία κάτω των 50 ετών σε συγγενή 1ου βαθμού.
- Τουλάχιστον δύο συγγενείς 1ου βαθμού με καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών.
- Καρκίνος του μαστού και των ωοθηκών στον ίδιο 1ου βαθμού συγγενή.
- 1ου βαθμού συγγενής με μετάλλαξη σε ένα από τα γονίδια BRCA1, BRCA2, p53, PTEN.
- Καρκίνος του μαστού σε άνδρα της οικογένειας.
Οι γυναίκες με ισχυρό κληρονομικό ιστορικό ή γενετική προδιάθεση πρέπει να ενημερώνονται για τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής τους και τις ιδιαιτερότητες που οφείλει να έχει η παρακολούθησή τους. Στην περίπτωση μάλιστα που εντοπίζεται μετάλλαξη στα γονίδια BRCA1/2, η παρακολούθηση συνίσταται σε κλινική εξέταση ανά 6 μήνες από την ηλικία των 25 ετών, ετήσια μαστογραφία και μαγνητική μαστογραφία από την ηλικία των 30 ετών, ενώ πρέπει να ελέγχονται και όλες οι συγγενείς πρώτου βαθμού για την ύπαρξη της συγκεκριμένης μετάλλαξης. Πέρα από την παρακολούθηση, οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται και για τις δυνατότητες ελάττωσης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου, που περιλαμβάνουν:
– χειρουργικές μεθόδους (π.χ. αμφοτερόπλευρη μαστεκτομή με ή χωρίς αποκατάσταση, η οποία σε γυναίκες υψηλού κινδύνου ή γυναίκες φορείς μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1/BRCA2 ελαττώνει την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού κατά 90%, ή αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή, η οποία ελαττώνει την πιθανότητα καρκίνου των ωοθηκών κατά 80% και του μαστού κατά 50%).
-φαρμακευτική αγωγή (π.χ. ταμοξιφένη, τόσο σε προεμμηνοπαυσιακές όσο και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και ραλοξιφένη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που περιορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου κατά 50%).